«Ξέρετε ότι πέρα από τα exit polls, τις δημοσκοπήσεις δηλαδή έξω από
τα εκλογικά κέντρα, που αλλοιώνουν τη μορφή των εκλογών (συνέβη και στις
εθνικές εκλογές και στις πρόσφατες δημοτικές εκλογές), υπάρχουν και
δημοσκοπήσεις για τα εθνικά θέματα. Γίνονται δημοσκοπήσεις σε σημαντικά
ζητήματα, όπως το Σκοπιανό, τα Ίμια κλπ...
[...] Υπήρξε ερώτηση-δημοσκόπηση, η οποία έλεγε το εξής για τα Ίμια: 'Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε ανακατάληψη των Ίμια, έστω και αν αυτό οδηγήσει σε πόλεμο με την Τουρκία;'. Τι απάντηση περιμένετε σ' αυτό; Η απάντηση ήταν 67% 'ΟΧΙ'. Δηλαδή οι Έλληνες είναι ενδοτικοί, όταν στην ίδια δημοσκόπηση το 51% δεν ενέκρινε τους ισχυρισμούς της Κυβέρνησης; Για δε το Μακεδονικό, το 72% των κατοίκων της πρωτεύουσας ζητούσε 'ρεαλιστική συμβιβαστική λύση'».
Μανώλης Κεφαλογιάννης, Βουλή των Ελλήνων, 11/02/1999, συζήτηση της υπ. αριθ. 578/4.2.1999 επίκαιρης ερώτησης για τις δημοσκοπήσεις.
Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, με την επίκαιρη ερώτηση που είχε υποβάλλει στον τότε υπουργό Τύπου και ΜΜΕ κ. Δημήτρη Ρέππα (σήμερα είναι άφαντος από το πολιτικό προσκήνιο), δεν εξέφραζε την αγωνία του για το αξιακό σύστημα των Ελλήνων. Δεν είχε υποψιαστεί πως κάλπαζε η λέπρα του βουλημικού αταβισμού που μετέδιδε στην ελληνική κοινωνία το κύκλωμα Σημίτη. Ο βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπορούσε να πιστέψει πως η νοοτροπία της ανταλλαγής εθνικού εδάφους με μια χούφτα ευρώ είχε υιοθετηθεί από σεβαστό (σε αριθμό) τμήμα του λαού. Ο κ. Κεφαλογιάννης απλά, ως κλασικός κοινοβουλευτικός ήθελε να καταδείξει το -κατά τη γνώμη του- επείγον και να αποφύγει το βαθύ. Επιδίωκε να καταγγείλει ότι οι δημοσκοπήσεις χρησιμοποιούνταν από την κυβέρνηση Σημίτη για να χειραγωγηθεί η κοινή γνώμη και να αλλάξουν οι συσχετισμοί πολιτικής δυνάμεως προς όφελος του ΠΑΣΟΚ. Θεωρούσε αδιανόητο, από την πλευρά των απογόνων του πεισιθανάτιου Λεωνίδ, να συμφωνούν με το όνειδος των Ιμίων ή έστω να το ανέχονται.
Οι συναινούντες
Το έγκλημα της υποστολής της ελληνικής σημαίας από εθνικό έδαφος, το κακούργημα του γκριζαρίσματος τμήματος της επικράτειας και το άγος της υποχώρησης και της συσκότισης των αιτιών της απώλειας τριών αξιωματικών (Βλαχάκος, Γιαλοψός, Καραθανάσης) ήταν προδοσίες που διεπράχθησαν αποκλειστικά και μόνο από την κυβέρνηση Σημίτη. Οι συνεργοί βρέθηκαν αργότερα! Σ' αυτήν την περίπτωση ως συνέργεια νοείται η εξοικείωση με αυτά τα αίσχη και η εκχώρηση του δικαιώματος να συνεχίσουν οι σημιτικοί μητραλοίες να διαλύουν το έθνος και να βάζουν... ιδέες στον ξένο παράγοντα ότι «οι Έλληνες κατάπιαν την υπερηφάνεια τους». Πάνω σ' αυτή την ιδέα, την οποία αναπαρήγαγε ο ξένος τύπος τα πρώτα 24ωρα έπειτα από το περιστατικό των βραχονησίδων, στηρίχθηκε η επέλαση των αδηφάγων κερδοσκόπων και των κατοχικών δυνάμεων του Μνημονίου.
Οι ξένοι υπεραπλούστευσαν, γενίκευσαν αλλά σε γενικές γραμμές δεν είχαν πολύ άδικο. Σχεδόν επτά μήνες πέρασαν από τα Ίμια και στις 22 Σεπτεμβρίου 1996, και το κόμμα του Σημίτη έλαβε εντολή σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης από 2.813.245 ψηφοφόρους. Η Νέα Δημοκρατία, η οποία στη δραματική συνεδρίαση έπειτα από το σημαδιακό γεγονός μίλησε για πράξη «εθνικής προδοσίας» έλαβε 2.584.765 ψήφους και βρέθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση. Η ΝΔ δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να προάγει το μείζον ζήτημα της συλλογικής διαπόμπευσής μας στο βαθμό που έπρεπε: δηλαδή στη σύσταση ενός ειδικού δικαστηρίου, το οποίο θα έστελνε τους προδότες εκεί που τους άρμοζε.
Η Αριστερά, με το παραδοσιακό πρόβλημα του συμπλεγματικού «κομμουνισμού» συνοικιακής γκρούπας, ο οποίος είναι βλακωδώς αποκομμένος από το εθνικό ζήτημα, έριξε λευκή πετσέτα στο ρινγκ όπου μάτωνε η χώρα. Κοντολογίς, έκαστος με τον τρόπο του συναίνεσε στο ψαλίδισμα του γοήτρου, της τιμής και της κυριαρχίας των Ελλήνων.
Κάλπικο διακύβευμα
Στο κείμενο της επίκαιρης ερώτησης του κ. Κεφαλογιάννη, υπάρχει μια παράγραφος εξαιρετικά σημαντική και τραγικά ειρωνική. Αναφέρει τα εξής: «Επειδή το τελευταίο χρονικό διάστημα οι δημοσκοπήσεις επί μελλοντικών και υποθετικών γεγονότων, χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη ένταση για τη διαμόρφωση ασαφούς πολιτικού κλίματος στην Ελλάδα, πράγμα που εξυπηρετεί το γνωστό πολιτικοοικονομικό κατεστημένο, που επιθυμεί δια του τρόπου αυτού να καθορίσει την επόμενη Κυβέρνηση, που θα διαχειρισθεί και θα διανείμει τα δέκα πέντε (15.000.000.000.000) τρισεκατομμύρια δραχμές του τρίτου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και των Ολυμπιακών Αγώνων».
Τελικά, τα 15 τρισ δραχμές (περίπου 44,020 δισ ευρώ) έγιναν καπνός. Σήμερα μας λείπουν. Πάρα πολύ! Το «γνωστό πολιτικοοικονομικό κατεστημένο» παρέμεινε κραταιό και μας οδήγησε στη σημερινή κατάντια. Οι δημοσκοπήσεις, έστω και οι χειραγωγημένες, μάλλον έλεγαν την αλήθεια. Ο Σημίτης ψηφίστηκε και μετά την υπόθεση Οτσαλάν αντί να βρεθεί στα κάτεργα. Μαζί φάγαμε τα μούτρα μας...
πηγή:adiavroxoi.blogspot.gr
[...] Υπήρξε ερώτηση-δημοσκόπηση, η οποία έλεγε το εξής για τα Ίμια: 'Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει σε ανακατάληψη των Ίμια, έστω και αν αυτό οδηγήσει σε πόλεμο με την Τουρκία;'. Τι απάντηση περιμένετε σ' αυτό; Η απάντηση ήταν 67% 'ΟΧΙ'. Δηλαδή οι Έλληνες είναι ενδοτικοί, όταν στην ίδια δημοσκόπηση το 51% δεν ενέκρινε τους ισχυρισμούς της Κυβέρνησης; Για δε το Μακεδονικό, το 72% των κατοίκων της πρωτεύουσας ζητούσε 'ρεαλιστική συμβιβαστική λύση'».
Μανώλης Κεφαλογιάννης, Βουλή των Ελλήνων, 11/02/1999, συζήτηση της υπ. αριθ. 578/4.2.1999 επίκαιρης ερώτησης για τις δημοσκοπήσεις.
Ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας, με την επίκαιρη ερώτηση που είχε υποβάλλει στον τότε υπουργό Τύπου και ΜΜΕ κ. Δημήτρη Ρέππα (σήμερα είναι άφαντος από το πολιτικό προσκήνιο), δεν εξέφραζε την αγωνία του για το αξιακό σύστημα των Ελλήνων. Δεν είχε υποψιαστεί πως κάλπαζε η λέπρα του βουλημικού αταβισμού που μετέδιδε στην ελληνική κοινωνία το κύκλωμα Σημίτη. Ο βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν μπορούσε να πιστέψει πως η νοοτροπία της ανταλλαγής εθνικού εδάφους με μια χούφτα ευρώ είχε υιοθετηθεί από σεβαστό (σε αριθμό) τμήμα του λαού. Ο κ. Κεφαλογιάννης απλά, ως κλασικός κοινοβουλευτικός ήθελε να καταδείξει το -κατά τη γνώμη του- επείγον και να αποφύγει το βαθύ. Επιδίωκε να καταγγείλει ότι οι δημοσκοπήσεις χρησιμοποιούνταν από την κυβέρνηση Σημίτη για να χειραγωγηθεί η κοινή γνώμη και να αλλάξουν οι συσχετισμοί πολιτικής δυνάμεως προς όφελος του ΠΑΣΟΚ. Θεωρούσε αδιανόητο, από την πλευρά των απογόνων του πεισιθανάτιου Λεωνίδ, να συμφωνούν με το όνειδος των Ιμίων ή έστω να το ανέχονται.
Οι συναινούντες
Το έγκλημα της υποστολής της ελληνικής σημαίας από εθνικό έδαφος, το κακούργημα του γκριζαρίσματος τμήματος της επικράτειας και το άγος της υποχώρησης και της συσκότισης των αιτιών της απώλειας τριών αξιωματικών (Βλαχάκος, Γιαλοψός, Καραθανάσης) ήταν προδοσίες που διεπράχθησαν αποκλειστικά και μόνο από την κυβέρνηση Σημίτη. Οι συνεργοί βρέθηκαν αργότερα! Σ' αυτήν την περίπτωση ως συνέργεια νοείται η εξοικείωση με αυτά τα αίσχη και η εκχώρηση του δικαιώματος να συνεχίσουν οι σημιτικοί μητραλοίες να διαλύουν το έθνος και να βάζουν... ιδέες στον ξένο παράγοντα ότι «οι Έλληνες κατάπιαν την υπερηφάνεια τους». Πάνω σ' αυτή την ιδέα, την οποία αναπαρήγαγε ο ξένος τύπος τα πρώτα 24ωρα έπειτα από το περιστατικό των βραχονησίδων, στηρίχθηκε η επέλαση των αδηφάγων κερδοσκόπων και των κατοχικών δυνάμεων του Μνημονίου.
Οι ξένοι υπεραπλούστευσαν, γενίκευσαν αλλά σε γενικές γραμμές δεν είχαν πολύ άδικο. Σχεδόν επτά μήνες πέρασαν από τα Ίμια και στις 22 Σεπτεμβρίου 1996, και το κόμμα του Σημίτη έλαβε εντολή σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης από 2.813.245 ψηφοφόρους. Η Νέα Δημοκρατία, η οποία στη δραματική συνεδρίαση έπειτα από το σημαδιακό γεγονός μίλησε για πράξη «εθνικής προδοσίας» έλαβε 2.584.765 ψήφους και βρέθηκε στην αξιωματική αντιπολίτευση. Η ΝΔ δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να προάγει το μείζον ζήτημα της συλλογικής διαπόμπευσής μας στο βαθμό που έπρεπε: δηλαδή στη σύσταση ενός ειδικού δικαστηρίου, το οποίο θα έστελνε τους προδότες εκεί που τους άρμοζε.
Η Αριστερά, με το παραδοσιακό πρόβλημα του συμπλεγματικού «κομμουνισμού» συνοικιακής γκρούπας, ο οποίος είναι βλακωδώς αποκομμένος από το εθνικό ζήτημα, έριξε λευκή πετσέτα στο ρινγκ όπου μάτωνε η χώρα. Κοντολογίς, έκαστος με τον τρόπο του συναίνεσε στο ψαλίδισμα του γοήτρου, της τιμής και της κυριαρχίας των Ελλήνων.
Κάλπικο διακύβευμα
Στο κείμενο της επίκαιρης ερώτησης του κ. Κεφαλογιάννη, υπάρχει μια παράγραφος εξαιρετικά σημαντική και τραγικά ειρωνική. Αναφέρει τα εξής: «Επειδή το τελευταίο χρονικό διάστημα οι δημοσκοπήσεις επί μελλοντικών και υποθετικών γεγονότων, χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη ένταση για τη διαμόρφωση ασαφούς πολιτικού κλίματος στην Ελλάδα, πράγμα που εξυπηρετεί το γνωστό πολιτικοοικονομικό κατεστημένο, που επιθυμεί δια του τρόπου αυτού να καθορίσει την επόμενη Κυβέρνηση, που θα διαχειρισθεί και θα διανείμει τα δέκα πέντε (15.000.000.000.000) τρισεκατομμύρια δραχμές του τρίτου Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και των Ολυμπιακών Αγώνων».
Τελικά, τα 15 τρισ δραχμές (περίπου 44,020 δισ ευρώ) έγιναν καπνός. Σήμερα μας λείπουν. Πάρα πολύ! Το «γνωστό πολιτικοοικονομικό κατεστημένο» παρέμεινε κραταιό και μας οδήγησε στη σημερινή κατάντια. Οι δημοσκοπήσεις, έστω και οι χειραγωγημένες, μάλλον έλεγαν την αλήθεια. Ο Σημίτης ψηφίστηκε και μετά την υπόθεση Οτσαλάν αντί να βρεθεί στα κάτεργα. Μαζί φάγαμε τα μούτρα μας...
πηγή:adiavroxoi.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.