Πράγματι, ο Λεονάρντο ντα Βίντσι αντιπροσωπεύει την τέλεια μορφή οικουμενικότητας, που είναι σχεδόν αδύνατο να προσεγγιστεί από τους νεότερους.
Γι αυτό έγινε θρύλος ενόσω ζούσε και εξακολουθεί να ενσαρκώνει την τέλεια διάνοια τόσους αιώνες μετά το θάνατο του. Τα είχε όλα, ομορφιά, φήμη, ταλέντο, πλούτη, δόξα και το έργο που άφησε πίσω του ανεπανάληπτο: ένας πραγματικά μεγάλος δάσκαλος.
Γνωρίζουμε ότι γεννήθηκε στο Βίντσι, ένα χωριό της Τοσκάνης κοντά στο Έμπολι στα περίχωρα της Φλωρεντίας, στις 15 Απριλίου του 1452. Ο Λεονάρντο μεγαλώνοντας πήρε και το παρωνύμιο da Vinci, που σημαίνει καταγωγή, δηλαδή ο Λεονάρντο από το Βίντσι. Και κατ' αυτό τον τρόπο δόξασε την πόλη της καταγωγής του.
O Λεονάρντο ήταν ο νόθος γιος του πλούσιου Φλωρεντινού συμβολαιογράφου και γαιοκτήμονα Σερ Πιέρο ντ' Αντόνιο (Piero d' Antonio) και της Κατερίνας, μιας όμορφης - αλλά από κατώτερη τάξη - χωρικής. O πατέρας του, αργότερα, παντρεύτηκε μια κυρία από την τάξη του, ωστόσο ο μικρός Λεονάρντο δεν αφέθηκε στην τύχη του, αλλά ανατράφηκε στο πατρικό του σπίτι, όπου έλαβε την εκπαίδευση της εποχής: ανάγνωση, γραφή και αριθμητική. Av και νόθος γιος μάλλον ήταν «τυχερός», αφού ο πατέρας του απέκτησε άλλα τέκνα μόνο μετά τον τρίτο και τέταρτο γάμο του. To πρώτο, το 1476, όταν ο Λεονάρντο ήδη είχε ενηλικιωθεί. Έτσι ο Λεονάρντο μεγάλωσε στο πατρικό του σπίτι, όπου όλοι.τον αντιμετώπιζαν σαν νόμιμο γιο.
O Λεονάρντο πολύ γρήγορα έδειξε το ταλέντο και την έμφυτη κλίση του στη ζωγραφική. Έτσι, μόλις σε ηλικία 15 ετών φεύγει για τη* Φλωρεντία, όπου και μένει μέχρι το 1482. Χάρη στις γνωριμίες του πατέρα του μαθητεύει στο ατελιέ του διασημότερου ζωγράφου της εποχής, του Αντρέα ντελ Βερόκιο (Andrea del Verrocchio), όπου εκτός απ' αυτόν εργάζονται ο Μποτιτσέλι, ο Περουτζίνο, ο Λορέντζο ντι Κρέντι κ.ά. Εκεί απέκτησε στέρεες βάσεις στη ζωγραφική και τη γλυπτική, αλλά και στην τεχνολογία, ενώ αναδεικνύεται και η καλλιτεχνική μεγαλοφυία του. Έμαθε να σχεδιάζει, να παρασκευάζει και να αναμιγνύει τα χρώματα, να πλάθει σε κερί και σε πηλό και να χύνει το χαλκό.
Μαθητευόμενος ακόμη, το 1472, ο Λεονάρντο έγινε δεκτός στη συντεχνία των ζωγράφων της Φλωρεντίας, ωστόσο παρέμεινε για άλλα πέντε χρόνια στο εργαστήρι του δασκάλου του. Παράλληλα δούλεψε και στο εργαστήρι του ζωγράφου, χρυσοχόου, γλύπτη, χαράκτη και αρχιτέκτονα Αντόνιο Παλαγιουόλο (Antonio Pollaiuolo). Εκεί - πιθανότατα για πρώτη φορά - τον προσείλκυσε και η σπουδή της ανατομίας, αφού ο Παλαγιουόλο φανερώνει στα έργα του - χαρακτηριστικός του πίνακας το Μαρτύριο του Αγίου Σεβαστιανού - το μεγάλο του ενδιαφέρον για τους μυς που βρίσκονται σε κίνηση, ενώ θεωρείται ότι ήταν ο πρώτος καλλιτέχνης που έκανε ανατομία του ανθρώπινου σώματος. Στη συνέχεια εργάστηκε μόνος του και τότε ο πλούτος, η ποικιλία και οι έμφυτες αντιφάσεις της φλωρεντινής ζωγραφικής του 15ου αιώνα συνοψίστηκαν στην τέχνη και στην προσωπικότητα της πολύπλευρης μεγαλοφυΐας του. Φαίνεται ότι τον απασχολούσε και η φιλοσοφία, αφού λέγεται ότι παρακολουθούσε τα μαθήματα του Έλληνα περιπατητικού φιλοσόφου Ιωάννη Αργυρόπουλου, που είχε καταφύγει στη Φλωρεντία προσκεκλημένος των Μεδίκων μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης.
H πρώιμη δεξιοτεχνία του Λεονάρντο αποκαλύφθηκε σε έναν πίνακα του Βερόκιο με τίτλο H Βάπτιση του Ιησού, 1474-75 (βρίσκεται στη Γκαλερί Ουφίτσι στη Φλωρεντία), όπου ο δάσκαλος του τού ανάθεσε να ζωγραφίσει έναν άγγελο. Θρυλείται ότι - το αναφέρει και ο Βασάρι (1550), ο βιογράφος του ντα Βίντσι - ο άγγελος που ζωγράφισε ο Λεονάρντο ήταν τόσο όμορφος, που επισκίαζε όλες τις άλλες μορφές του πίνακα. Λέγεται ότι ταπεινωμένος ο Βερόκιο, που έβλεπε ένα μαθητή του να τον ξεπερνά, αρνήθηκε έκτοτε να ξαναπιάσει πινέλο ζωγραφικής. Την ίδια περίοδο και μέχρι τουλάχιστον το 1482, ο Λεονάρντο ζωγραφίζει την Προσωπογραφία της Τζινέβρα ντε Μπέντσι, περίφημη για τη σύνθεση εγγύτητας και βάθους, την Παναγία με το γαρίφαλο, τους δύο Ευαγγελισμούς κ.ά. H τέχνη του έφθασε στο αποκορύφωμα της σε δύο έργα του που παρέμειναν ημιτελή: στον Άγιο Ιερώνυμο και σε μια μεγάλη εικόνα θωρακίου βωμού με θέμα την Προσκύνηση των Μάγων στο μοναστήρι του Αγίου Δονάτου (San Donato) στο Σκοπέτο (1481). Παράλληλα ο Λεονάρντο δούλεψε σχέδια με μολύβι και πένα. Ανάμεσα σ' αυτά ξεχωρίζουν αντλίες, πολεμικές μηχανές και μηχανικά εξαρτήματα, που δείχνουν το ενδιαφέρον του μεγάλου καλλιτέχνη για τεχνικά θέματα.
H Φλωρεντία ήταν τότε το κέντρο της Ιταλίας. Υπό την ηγεσία των φωτισμένων Μεδίκων (Medici) η πόλη είχε προσελκύσει πλήθος καλλιτεχνών, ενώ ιδιαιτέρως την εποχή που βασίλευε ο Λορέντσο των Μεδίκων (Lorenzo dei Medici), ο επονομαζόμενος ο Μεγαλοπρεπής (il Magnifico), η πόλη γνώρισε τη μεγαλύτερη ακμή της. Καλλιτεχνική ιδιοσυγκρασία κι ο ίδιος, ήταν ποιητής και λάτρης των τεχνών και των διασκεδάσεων, διοργάνωνε στη Φλωρεντία γιορτές και καλλιτεχνικούς διαγωνισμούς όπου συναγωνίζονταν οι άριστοι. Οι ηθικολόγοι της εποχής κατηγορούσαν τον ηγεμόνα ότι συμβάλλει στην έκλυση των ηθών. Αυτή την έκρηξη των συντηρητικών στοιχείων της πόλης «πλήρωσε» και ο Λεονάρντο. Κατηγορήθηκε, μαζί με άλλους συσπουδαστές του, ενώ ακόμη ήταν στο εργαστήρι του Βερόκιο, ότι επιδίδονταν σε πράξεις σοδομίας με ένα μοντέλο που πόζαρε για τους νεαρούς ζωγράφους. H ανώνυμη αυτή καταγγελία δεν αποδείχθηκε ποτέ και η υπόθεση πήγε στο αρχείο. Εντούτοις, η ιστορία αυτή έδωσε λαβή στην υπόθεση ότι ο μεγάλος καλλιτέχνης ήταν ομοφυλόφιλος.
Πιθανότατα λόγω αυτής της εξέλιξης, ο Λεονάρντο, το 1482, εγκαταλείπει απροσδόκητα - αφού άφησε έργα ημιτελή -· τη Φλωρεντία και φεύγει για το Μιλάνο, την πλούσια πρωτεύουσα της Λομβαρδίας, όπου επιπλέον πρέπει να τον προσείλκυσε η ρεαλιστική ακαδημαϊκή του ατμόσφαιρα, σε αντίθεση με την ιδεαλιστική νεοπλατωνική τάση που επικρατούσε στη Φλωρεντία. Πράγματι, τα πειραματικά και τεχνικά ενδιαφέροντα του Λεονάρντο ήταν κοντά στο «πνεύμα» του Μιλάνου. Άλλωστε, την ίδια περίοδο επιδόθηκε με ζήλο στη σπουδή των μαθηματικών και της γεωμετρίας, έμαθε όσα ήθελε και του χρειάζονταν, αλλά δεν προχώρησε περαιτέρω. Πιθανότατα να ενδιαφερόταν να δείξει μέσω των μαθηματικών τη μαθηματική βάση της ζωγραφικής, και την ανάλυση των νόμων της προοπτικής και της συμμετρίας μέσω της γεωμετρίας ούτως ώστε να υποστηρίζει ότι η ζωγραφική ανήκει στις επιστήμες. Διαμόρφωσε επιπλέον ένα δικό του τρόπο γραφικής παράστασης, που ο ίδιος ονόμαζε «dimostrazione», και έτσι αναδείχθηκε σε πρόδρομο της επιστημονικής εικονογράφησης. Σε όλη του τη ζωή ακολουθούσε ένα είδος δημιουργικού δυαδισμού με την επιστήμη και την τέχνη να βαδίζουν παράλληλα.
Στο Μιλάνο παρέμεινε έως το 1499, στην υπηρεσία του δούκα Λουδοβίκου Σφόρτσα. O δούκας τον προσλαμβάνει ως «ζωγράφο και μηχανικό του». Στο Μιλάνο ασχολήθηκε με την αρχιτεκτονική, τα οχυρωματικά έργα, την υδραυλική και τη μηχανική. Προτού εγκαταλείψει το Μιλάνο, στα δέκα εφτά χρόνια που παρέμεινε εκεί, δημιουργεί έξι ολοκληρωμένα έργα: την Προσωπογραφία της Τσετσίλια Γκαλεράνι, πιο γνωστή ως η Κυρία με την ερμίνα, μια προσωπογραφία ενός μουσικού, την εικόνα θωρακίου βωμού με την Παρθένο των βράχων, σε δύο παραλλαγές, τον περίφημο Μυστικό Δείπνο (1495-1497) στην Τραπεζαρία του μοναστηριού Santa Maria delle Grade, ένα έργο ανεπανάληπτο, καθώς και τη ζωγραφική διακόσμηση της οροφής της αίθουσας Σάλα ντέλε Ασε (1492) στον Πύργο των Σφόρτσα (Castello Sforzesco).
Στο Μιλάνο ξεδιπλώθηκε η μεγαλοφυΐα του Λεονάρντο σε όλο το πλάτος της τόσο πολύ μάλιστα, που λόγω των αμέτρητων στόχων τους οποίους έθετε, να «επισφραγιστεί» με το στίγμα του απραγματοποίητου. Είναι γεγονός ότι ο μεγάλος καλλιτέχνης έχανε το ενδιαφέρον του όταν προσέγγιζε ή είχε σχεδόν κατακτήσει το στόχο του.
Ατελείωτα παρέμειναν αρκετά έργα του. To πιο χαρακτηριστικό είναι ένα έργο για το οποίο ο Λεονάρντο αφιέρωσε 12 ολόκληρα χρόνια: ο έφιππος ανδριάντας του Φραντζέσκο Σφόρτσα, του ιδρυτή της δυναστείας. O ανδριάντας θα είχε ύψος 5 μέτρα και το πήλινο πρόπλασμα του αλόγου εκτέθηκε δημόσια στο Μιλάνο, το 1493, επ' ευκαιρία του γάμου του αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού με τη Μπιάνκα Μαρία Σφόρτσα. Όταν άρχισαν οι εργασίες για το χύσιμο της κολοσσιαίας μορφής, ταυτόχρονα άρχισαν και οι εχθροπραξίες με τους Γάλλους και έτσι το μέταλλο χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή κανονιών και όχι του ανδριάντα. Ανάμεσα στις καταστροφές του πολέμου ήταν και το πήλινο πρόπλασμα του αλόγου.
O Λεονάρντο ως maestro, δηλαδή μεγάλος δάσκαλος, διέθετε στο Μιλάνο ένα από τα μεγαλύτερα εργαστήρια και κοντά του μαθήτευσαν μεγάλα ονόματα, όπως ο: Giovanni Antonio Boltraffio, Ambrogio de Predis, Bemandino de Conti, Francesco Napoletano, Andrea Solari, Marco d? Oggiono, Salai κ.ά.
O ντα Βίντσι, μολονότι αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της σταδιοδρομίας του σε μια θεωρητική πραγματεία πάνω στην τέχνη της ζωγραφικής την Περί ζωγραφικής (Trattato della Pittura, 1651), εντούτοις ενδιαφερόταν πρωταρχικά για την εμφάνιση των πραγμάτων και για τρόπο που λειτουργούσαν. H περιέργεια του αυτή οδήγησε να μελετήσει το πέταγμα των πουλιών, τη κίνηση του νερού, τη γεωλογία, τη μηχανική, την ανάπτυξη των φυτών, την ανατομία του ανθρωπίνου σώματος και πολλά άλλα θέματα. Έτσι, αυτή τη χρονική περίοδο ο ιδιοφυής αριστερόχειρας κρατούσε σημειώσεις, γραμμένες από τα αριστερά προς τα δε (βουστροφηδόν), στα περίφημα τετράδια του, τα οποία έμειναν γνωστά ως Κόντεζ.
Σαράντα τετράδια γεμάτα με σχέδια και σημειώσεις του μεγάλου δασκάλου αφορούν ένα τεράστιο γνωστικό πεδίο, από τη ( γραφική και την αρχιτεκτονική ως τη γεωλογία από την ανατομία ως τη βοτανική, την οπτική και γλωσσολογία! Ως αριστερόχειρα τον βόλευε η βουστροφηδόν γραφή, η οποία σημειωτέον διάβαζε εύκολα με τη βοήθεια ενός καθρέφτη. Στις πέντε χιλιάδες σελίδες των τετραδίων του, όπου οι σημειώσεις και τα σχέδια αλληλοσυμπληρώνονται τέλεια ο Λεονάρντο αποθησαυρίζει όλες τις σκέψεις και τις μελέτες του για τα φυσικά φαινόμενα, όπως την κίνηση των καταιγίδων ή τις φάσεις μιας έκλειψης Ηλίου, φιλοσοφικά ρητά, αλλά και επακριβείς σημειώσεις για την ανατομία του ανθρωπίνου σώματος, σχέδια μηχανημάτων πολλαπλών χρήσεων, και πολλά άλλα θέματα που αρκετά από αυτά επιβεβαιώθηκαν από σύγχρονες επιστημονικές έρευνες. Από τα τετράδια φαίνεται η ιδιοφυΐα του Λεονάρντο, ο οποίος ήταν ένα ελεύθερο πνεύμα που σκέφτηκε, φαντάστηκε με κάθε ελευθερία και προσέγγισε όλες τις πτυχές της ανθρώπινης περιπέτειας. Σημειώνουμε ότι η τέλεια δεξιοτεχνία του στο σχέδιο έκανε δυνατή την καταγραφή αυτών των ανακαλύψεων με τέτοιο τρόπο, που κανείς πριν απ' αυτόν δεν είχε ποτέ κατορθώσει. Πάντως, όλη η γνώση που κέρδιζε κυρίως στρεφόταν στον εμπλουτισμό της τέχνης του, γιατί ο Λεονάρντο έβλεπε τον εαυτό του πρώτα απ όλα ως ζωγράφο.
Το Δεκέμβριο του 1499, μετά την είσοδο των Γάλλων στο Μιλάνο και την πτώση του Λουδοβίκου Σφόρτσα, ο Λεονάρντο εγκαταλείπει το Μιλάνο και συνοδευόμενος από τον μαθητή του Λουκά Πατσιόλι φθάνει στη Μάντοβα, όπου τίθεται στην υπηρεσία της μαρκησίας Ιζαμπέλλα ντελ Έστε. To Φεβρουάριο του 1500 φιλοτέχνησε την προσωπογραφία της μαρκησίας. Από τη Μάντοβα επισκέφτηκε για κάποιο διάστημα και τη Βενετία, το Μάρτιο του 1500. Στη Βενετία πρότεινε στο Δόγη και στη Signoria, το κυβερνητικό Συμβούλιο, οχυρωματικά έργα για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά μια ενδεχόμενη επιδρομή από τους Τούρκους στο Φριούλι.
Στο τέλος του ίδιου έτους βρίσκεται πάλι στη Φλωρεντία, όπου έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές, και το 1502 τίθεται, ως στρατιωτικός μηχανικός, στην υπηρεσία του περιβόητου Καίσαρα Βοργία, γιου του Πάπα Αλεξάνδρου ΣΤ΄', μια συνεργασία που κράτησε έως το 1503. Στην Αυλή της Φλωρεντίας ζούσε τότε και ο διαβόητος Νικολό Μακιαβέλι, ο συγγραφέας αργότερα του Ηγεμόνα («ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»). Την περίοδο αυτή ο Λεονάρντο σχεδίασε πολεοδομικά σχέδια και τοπογραφικούς χάρτες, που έθεσαν τις βάσεις της νεότερης χαρτογραφίας, ενώ παράλληλα εκπόνησε ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο για την εκτροπή του ποταμού Άρνου πίσω από την πόλη της Πίζας, ώστε η πόλη να στερηθεί την πρόσβαση της στη θάλασσα. Ένα σχέδιο που, όμως, ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε. Το ολοκληρωμένο σχέδιο πρόβλεπε την κατασκευή μιας μεγάλης διώρυγας, που θα παρέκαμπτε τη μη πλωτή λωρίδα του Αρνου και θα συνέδεε την πόλη της Φλωρεντίας, μέσω του ποταμού, με τη θάλασσα! Μπορεί το σχέδιο να μην πραγματοποιήθηκε ποτέ, αλλά η σημερινή ταχεία οδική αρτηρία από τη Φλωρεντία στη θάλασσα διανοίχτηκε ακριβώς πάνω στη διαδρομή που είχε επιλέξει για τη διώρυγα του ο Λεονάρντο.
«Η φυσική του ομορφιά αψηφούσε κάθε υμνητική περιγραφή, η παραμικρή κίνηση του χαρακτηριζόταν από απαράμιλλη χάρη. To ταλέντο του, τόσο τέλειο και δυνατό, του επέτρεπε να ξεπερνά όλες τις δυσκολίες που συναντούσε το πνεύμα του. H σημαντική σωματική του δύναμη συνδυαζόταν με δεξιοσύνη και η φλόγα της ψυχής του χάριζε βασιλική μεγαλοπρέπεια. H φήμη του είχε απλωθεί ήδη όσο ζούσε, ενώ μετά τον θάνατο του η δόξα του έφθασε στα ύψη».
O Λεονάρντο ντα Βίντσι, σύμφωνα με το Γάλλο ζωγράφο Ντελακρουά, ήταν ο μεγαλύτερος ζωγράφος όλων των εποχών. Πράγματι ζωγράφισε καταπληκτικά έργα με αποκορύφωμα τη μοναδική Τζιοκόντα (La Gioconda), την περίφημη Μόνο Λίζα, έργο που δόξασε τον καλλιτέχνη. Ένας αινιγματικός μέχρι σήμερα πίνακας, που η ονομασία του La Gioconda, σημαίνει μεν στα ιταλικά τη Χαμογελαστή, αλλά είναι και ένα λογοπαίγνιο με το συζυγικό επώνυμο της Λίζας Τζεραντίνι, της τρίτης - από το 1495 - γυναίκας, του πλούσιου Φλωρεντινού εμπόρου Φροντσέοκο ντελ Τζιοκόντο, που τόσο αυτός όσο και η γυναίκα του γνωρίζονταν προσωπικά με τον σπουδαίο ζωγράφο, αφού υπήρξαν γείτονες στην περιοχή Σάντα Μαρία Νοβέλα της Φλωρεντίας.
Εκτός από τη ζωγραφική, ο Λεονάρντο, παράλληλα, ασχολήθηκε σχεδόν με τα πάντα: ανατομία, φυσιολογία, ζωολογία, βοτανική, αεροδυναμική, υδροδυναμική, γεωλογία και οπτική. Οι μελέτες του πάνω στο φως και την οπτική - πρίσματα και φακοί -καθώς και στη λειτουργία της οράσεως, του επέτρεψαν να αντιληφθεί το βάθος πεδίου, την προοπτική και, βέβαια, την καλύτερη δυνατή χρήση του φωτός και της σκιάς (chiaroscuro), πράγματα που χρησιμοποίησε με κάθε λεπτομέρεια στα αθάνατα έργα του.
Σε μια εποχή που η τεχνολογία ήταν ανύπαρκτη ο Λεονάρντο ντα Βίντσι στην πιο δημιουργική περίοδο της ζωής του παρατηρούσε με μια ασυνήθιστη δύναμη πνεύματος το γύρω του κόσμο, γεγονός που τον οδήγησε - ως άριστο γνώστη της τέχνης του σχεδίου - στη σπουδή και ιδιαίτερα στην καταγραφή αυτής καθ' εαυτής της φύσης, στην οποία καταγραφή επιδόθηκε με συστηματική μέθοδο και διορατική λογική. Έκανε συστηματικές παρατηρήσεις σχετικά με το πέταγμα των πουλιών. Έτσι, έγινε διάσημος επινοώντας και σχεδιάζοντας ιπτάμενες μηχανές και ελικόπτερα. Δεν σταμάτησε, όμως, σε αυτά αφού επινόησε υγρόμετρα, άρματα μάχης, αλλά και ποδήλατα, «αυτοκίνητα» (αυτοκινούμενα) μηχανήματα. Ασχολήθηκε ιδιαιτέρως και με την κατασκευή νερόμυλων, ατμοκίνητων κανονιών, αναπνευστικών συσκευών, υποβρυχίων και σκάφανδρων!
H ορατή κοσμολογία του Λεονάρντο ντα Βίντσι
Σημειώνουμε ότι οι γεωφυσικές, βοτανικές, υδρολογικές και ανεμολογικές μελέτες του Λεονάρντο ανήκουν στην εν γένει έρευνα της ορατής κοσμολογίας του, που πρόβαλε ως ο απώτατος στόχος του βασισμένος στο sapere vedere - όπως ήταν το δόγμα του - δηλαδή, «το να ξέρει κανείς πώς να βλέπει». Ένα δόγμα που αφορούσε τόσο τα έργα του ανθρώπου, όσο και τα δημιουργήματα της φύσης. Αντιπαρέθετε δηλαδή τα αδιάψευστα γεγονότα - που είχαν κερδισθεί με την εμπειρία - στη θεωρητική και, βέβαια, αναπόδεικτη γνώση των βιβλίων, την οποία σημειωτέον περιφρονούσε.
O Λεονάρντο θεωρούσε την όραση ως την ύψιστη αίσθηση του ανθρώπου. Πίστευε ότι η αίσθηση αυτή ήταν η κύρια οδός προσπέλασης στη γνώση, και αυτό επειδή μόνον αυτή μεταφέρει τις εκάστοτε ανθρώπινες εμπειρίες άμεσα, ορθά και με βεβαιότητα. H βασική του πίστη ήταν ότι τα μάτια μας είναι τα πιο αλάνθαστα αισθητήρια όργανα μας, τα οποία και παρέχουν άμεσα και ακριβή εμπειρικά δεδομένα.
Με αυτό τον τρόπο, για τον Λεονάρντο, κάθε ορατό φαινόμενο γινόταν αντικείμενο της γνώσης. Έτσι ο Λεονάρντο ντα Βίντσι εξισώνοντας την όραση με την αισθητηριακή και νοητική γνώση έφτασε στο υποκειμενικό συμπέρασμα του ότι ο διπλά προικισμένος ζωγράφος, αυτός με οξυδερκή αντίληψη και πλήρη ικανότητα ζωγραφικής απόδοσης, ήταν το καταλληλότερο πρόσωπο για να αναπαραγάγει τη γνώση αυτή αυθεντικά με ζωγραφιστό τρόπο!
O μεγάλος καλλιτέχνης παρατήρησε, ερεύνησε και πειραματίστηκε σε «ψυχωτικό» Βαθμό προσπαθώντας να ανακαλύψει το μυστήριο της ζωής και του κόσμου. Συνέλαβε δε το σχέδιο της παρατήρησης όλων των αντικειμένων του ορατού κόσμου, της αναγνώρισης της μορφής και της δομής τους, καθώς και της ζωγραφικής περιγραφής τους ακριβώς όπως έχουν. Και αυτό ήταν το κύριο όργανο της διδακτικής μεθόδου του. Θεωρούσε ότι ο άνθρωπος είναι μοντέλο (πρότυπο) του όλου Σύμπαντος, δεν μπόρεσε, όμως, να ανακαλύψει ακριβείς αντιστοιχίες μεταξύ ανθρωπίνου σώματος και φυσικών υποδειγμάτων. Ωστόσο προσπαθούσε πάντα να συνταιριάζει το ανθρώπινο μέτρο με τις αρχιτεκτονικές διαστάσεις.
Ως κατασκευαστής μηχανικός και αρχιτέκτονας ήταν απόλυτα εξοικειωμένος με τις αρχές της μηχανικής της εποχής του, ενώ συνέβαλε αποφασιστικά στην επέκταση τους.
Πάντως, κανένας μηχανικός ή εφευρέτης δε θα μπορούσε να σχεδιάσει μια γέφυρα, μια μηχανή ή να εφεύρει πρωτότυπες συσκευές χωρίς πρώτα να έχει κατανοήσει τους Βασικούς νόμους της φύσης. Τον Λεονάρντο απασχολούσαν ιδιαιτέρως τα προβλήματα τριβής και αντίστασης, ενώ παράλληλα πίστευε ότι οι μηχανικές δυνάμεις που δρουν στους Βασικούς Νόμους της μηχανικής ενεργούν παντού, τόσο στον οργανικό όσο και στον ανόργανο κόσμο. Θεωρούσε ότι οι μηχανικές δυνάμεις ρύθμιζαν εξίσου καλά τόσο την έμβια όσο και την άψυχη φύση. Σε οτιδήποτε και αν μελετούσε εύρισκε και αναγνώριζε την ύπαρξη των αρχέγονων μηχανικών δυνάμεων, οι οποίες διέπουν, όπως πίστευε, την όλη λειτουργία του Σύμπαντος. Άλλωστε συνέγραψε και μια πραγματεία για τη στοιχειώδη θεωρία της μηχανικής.
Οι υδρολογικές μελέτες του για τη φύση και την κίνηση του νερού διευρύνθηκαν από τις έρευνες του πάνω στις φυσικές ιδιότητες του ύδατος, ιδιαιτέρως στη μελέτη των νόμων των ρευμάτων, τους οποίους συνέκρινε με τους αντίστοιχους νόμους της κίνησης του αέρα. Όλα αυτά καταγράφηκαν στη συλλογή του στοιχείων που περιέχονται στον αποκαλούμενο σήμερα Κώδικα Λάισεστερ. Μελετώντας το νερό, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι θεωρώντας το ως «μεταφορέα της φύσης» (vetturale della natura), κατέληξε σε καταγραφή τόσο των φυσικών ιδιοτήτων του όσο και των νόμων της κίνησης και των ρευμάτων του. Πεποίθηση του ήταν ότι τα τοπία που βλέπουμε σήμερα έχουν σχηματισθεί με τη δύναμη του νερού. Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι πολλοί ερευνητές τον θεωρούν πατέρα της γεωλογίας ως σύγχρονης επιστήμης!
H σπουδή του για το πέταγμα των πτηνών τον οδήγησε στη δυνατότητα σχεδιασμού ιπτάμενων συσκευών και ομοίως οι σπουδές του για τους νόμους της ανάπτυξης των φυτών και των δέντρων, καθώς και της γεωλογικής δομής της Γης τον οδήγησαν σε νέες ανακαλύψεις. Από αυτές τις μελέτες του, όπως ήδη αναφέραμε, δόμησε μια κοσμολογία βασισμένη στο sapere vedere, ένα δόγμα που θεωρούσε ότι όλες οι φυσικές λειτουργίες υπόκεινταν σε ένα βασικό νόμο αναγκαιότητας, καθώς και ένα νόμο σταθερότητας και τάξης, που δημιούργησε η «πρωταρχική κινητήρια δύναμη» (primo motore), η δημιουργός διάνοια.
Ήταν ένας πραγματικός ερευνητής. Ερευνούσε και παθιαζόταν με την ιδέα της ανακάλυψης. Για αυτό το λόγο πολλά από τα έργα του έμειναν μισοτελειωμένα, όταν αντιλαμβανόταν ότι είχε ανακαλύψει το εσωτερικό εκείνο αίσθημα που τον ωθούσε στη δημιουργία, και έτσι το έργο αυτό καθ' εαυτό δεν του προκαλούσε πλέον κανένα ενδιαφέρον.
H ζωγραφική, σύμφωνα με τον Λεονάρντο ήταν αφενός μεν ένα είδος ακριβούς επιστήμης, αφετέρου δε ανώτερη από τις επιστήμες, γιατί αυτές μπορεί να γίνουν «αντικείμενο μίμησης» -είναι δηλαδή απρόσωπες- ενώ η τέχνη είναι δεμένη με το ατομικό και τις εγγενείς του δυνατότητες.
Συνεπώς, ο ντα Βίντσι δικαιώνει την απαίτηση της ζωγραφικής να θεωρηθεί μια από τις «ελεύθερες τέχνες» όχι μόνο με βάση τις μαθηματικές γνώσεις του καλλιτέχνη, αλλά και εξαιτίας του ταλέντου του, το οποίο σύμφωνα με τον σπουδαίο ζωγράφο είναι ίσο με εκείνο της ποιητικής ιδιοφυΐας. Ξαναπροβάλλει, λοιπόν, το ρητό που αποδίδεται στο Σιμωνίδη τον Κείο (556-468 π.Χ.), που ομιλεί για τη ζωγραφική σαν «σιωπηλή ποίηση» και για την ποίηση σαν «ομιλούσα ζωγραφική», και με τούτο ανοίγει τη μακρά εκείνη διαμάχη γύρω από τη σειρά προτεραιότητας στις τέχνες.
To σημαντικότερο πράγμα για αυτόν τον ακάματο ερευνητή ήταν να συνεχίζει να επινοεί και στη συνέχεια να ξεπερνά τις επινοήσεις του, προχωρώντας και αλλάζοντας συνεχώς, όπως η ίδια η ζωή. Ήταν στην ουσία ο πραγματικός πρόδρομος της ομάδας των ντανταϊστών στο Παρίσι, που με αρχηγό τον Φράνσις Πικάμπια στις αρχές του 20ού αιώνα θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι φευγαλέος σαν τους νομάδες, να διασχίζει τις ιδέες σαν να είναι χώρες ή πόλεις, να κοιμάται παρέα με τους γλάρους και να κάνει έρωτα με τα ηλιοτρόπια. Να είναι πάντα ένας σύγχρονος Οβίδιος, που ελάχιστα θα τον απασχολούν οι μικρές ανθρώπινες ιστορίες....
To τέλος
O μεγάλος δάσκαλος βρέθηκε το 1513 στη Ρώμη, μαζί με τους μαθητές του Μέλτσι και Σαλάι, μέσω του προστάτη του Τζουλιάνο των Μεδίκων (1479-1516), αδελφού του Πάπα Λέοντος Γ (1475-1521). O Τζουλιάνο του παραχώρησε μια σειρά δωματίων στο Μπελβεντέρε, στην κατοικία του στο Βατικανό, ενώ του πρόσφερε και ένα σημαντικό μηνιαίο εισόδημα. Αλλά η Αιωνία πόλη δεν ικανοποίησε τις απαιτήσεις και τις φιλοδοξίες του ντα Βίντσι. Δεν κατόρθωσε να πάρει καμιά σημαντική παραγγελία, σε αντίθεση με τον Ραφαήλ, που ζωγράφιζε τις αίθουσες των διαμερισμάτων του Πάπα, τον Μιχαήλ Άγγελο, που αποτελείωνε τον τάφο του Πάπα Ιουλίου, του Ντονάτο Μπραμάντε που έκτιζε τον Άγιο Πέτρο, και ένα άλλο πλήθος νεαρότερων καλλιτεχνών, όπως οι Περούτζι, Βίτι, Σοντόμα κ.ά., που εργάζονταν πυρετωδώς.
Αποφάσισε, λοιπόν, να εγκαταλείψει την Ιταλία, αποδεχόμενος, το 1516, σχετική πρόταση του βασιλιά της Γαλλίας Φραγκίσκου A', που ήταν θαυμαστής του έργου και της τέχνης του. Εγκαταστάθηκε, μαζί με τον πιστό του μαθητή Φραντσέσκο Μέλτσι, σε ένα μικρό ανάκτορο κοντά στη θερινή βασιλική έπαυλη στις όχθες του ποταμού Λίγηρα, όπου πέρασε τρία ευτυχισμένα χρόνια. Την περίοδο αυτή πρέπει να δημιούργησε τον πίνακα του αινιγματικού, μυστικιστή Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, ένα από τα πλέον συζητημένα έργα του μεγάλου καλλιτέχνη.
O Λεονάρντο ντα Βίντσι, η μεγαλοφυΐα, που ο Πωλ Βαλερύ αποκαλούσε «ποιητή των υποθέσεων», έσβησε στις 2 Μαΐου του 1519 στο Κλος Λυσέ (Clos Luce), στο μικρό ανάκτορο έξω από την Αμπουάζ, στις όχθες του Λίγηρα, ως «πρώτος ζωγράφος, αρχιτέκτων και μηχανικός» (Premier peintre, architecte et mechanicien du Roi) του Γάλλου βασιλιά Φραγκίσκου A'. Άφησε ως κληρονομιά στην ανθρωπότητα τα αθάνατα έργα του και μια μοναδική στο είδος της θεωρία γνώσης, όπου τέχνη και επιστήμη αποτελούσαν μία ενιαία σύνθεση.
Έφυγε ευτυχισμένος, αποχαιρετώντας τον κόσμο του, τις ομορφιές του οποίου είχε αποθανατίσει στα έργα του και τα μυστήρια του οποίου παθιασμένα προσπάθησε να λύσει. O μεγάλος δάσκαλος, όπως το συνήθιζε, φεύγοντας είπε την πρόταση που χαρακτήριζε τη «πλήρη» ζωή του:
«Όπως μια γεμάτη ημέρα χαρίζει γαλήνιο ύπνο, έτσι και μια ζωή που χρησιμοποιήθηκε καλά προσφέρει έναν ευτυχισμένο θάνατο».
Συγγραφέας: Στράτος Θεοδοσίου (Φυσικός Κόσμος 2003)
Πηγή:tmth.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.