Σαν σήμερα πριν 56 χρόνια ,(3 Μαρτίου
1957), έπεσε μαχόμενος κατά του αγγλικού
ζυγού ο Yπαρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α, Γρηγόρης Αυξεντίου.
Γεννήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 1928 στο χωριό
Λύση της επαρχίας Αμμοχώστου. Μετά την αποφοίτησή του από το Ελληνικό Γυμνάσιο
Αμμοχώστου μετέβη στην Ελλάδα και φοίτησε στην Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών
Πεζικού αφού όνειρο και καημός του ήταν να υπηρετήσει στον Ελληνικό στρατό.
Παράλληλα μελετούσε φιλοσοφία αφού σκόπευε να εγγραφεί αργότερα στην Φιλοσοφική
σχολή. Αποφοιτώντας από την σχολή εκτελεί την στρατιωτική του θητεία στα
Ελληνοβουλγαρικά σύνορα στον 1ο λόχο του 613ου τάγματος πεζικού.
Τον Νοέμβριο του 1952, αφού τελείωσε την θητεία του επέστρεψε στην Κύπρο, όπου εργάστηκε δίπλα στον πατέρα του σαν οδηγός, μεταφέροντας εργάτες από την Λύση στην Αμμόχωστο. Γαλουχημένος με τα ιδανικά της Ελλάδος και έχοντας πάνω απ’ όλα την αγάπη του για την πατρίδα στις 22 Ιανουαρίου 1955 συναντά για πρώτη φορά τον στρατηγό Γεώργιο Γρίβα Διγενή, που ήταν Αρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) και μυήθηκε στην οργάνωση με το αξίωμα του υπαρχηγού και οργανώνει τον τομέα Αμμοχώστου.
1η Απριλίου του 1955 ξεκινά ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας κατά του αγγλικού ζυγού. Ο Αυξεντίου ηγείται των επιθέσεων κατά των άγγλων στον τομέα του. Πολύ γρήγορα έγιναν αντιληπτές οι ηγετικές του δυνατότητες και έγινε γνωστός. Οι άγγλοι κατακτητές τον επικηρύττουν από την πρώτη μέρα του αγώνα με το ποσό των 250 λιρών που στην συνέχεια έφτασε μέχρι τις 5000 λίρες, μυθικό ποσό για την εποχή. Μετά την επικήρυξη του θα μετατεθεί στον τομέα Κερύνειας και έτσι θα συνεχίσει τον αγώνα του από τα βουνά του Πενταδακτύλου. Εκεί ως έμπειρος αξιωματικός μαθαίνει τους συμπατριώτες του την χρήση των όπλων και τεχνικές ανταρτοπόλεμου. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Κερύνεια θα παντρευτεί κρυφά την αγαπημένη του Βασιλική και μετά τον γάμο θα διαφύγει σ τα βουνά της Πιτσιλιάς.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1955 ο Αυξεντίου και οι συναγωνιστές του παγιδεύτηκαν από τους άγγλους στο Τρόοδος και έδωσαν την ιστορική μάχη των Σπηλιών. Επιδεικνύοντας τις εξαιρετικές στρατιωτικές του ικανότητες πυροβόλησε και προς τις δύο κατευθύνσεις με αποτέλεσμα δύο φάλαγγες άγγλων στρατιωτών να αλληλοπυροβοληθούν . Τον Μάρτιο του 1956 μεταμφιέζεται σε καλόγερο και για αρκετά μεγάλο διάστημα θα παραμείνει στο μοναστήρι του Μαχαιρά. Εκεί θα υποδεχτεί και θα κεράσει τους άγγλους στρατιώτες, μεταμφιεσμένος, αφού μπήκαν στο μοναστήρι ψάχνοντας για κάποιον Αυξεντίου με το ψευδώνυμο «Ζήδρος» . Κατά την διάρκεια του αγώνα ο Γρηγόρης έλαβε τα ψευδώνυμα «Ζήδρος», «Ρήγας», «Αίαντας», «Άρης», «Μάστρος» και «Ζώτος».
Θα παραμείνει στον τομέα Πιτσιλιάς μέχρι τα τέλη του 1956, όπου θα διαμένει στα σπίτια του Παπά Χριστόδουλου. Εκεί θα συναντηθεί με τον Κυριάκο Μάτση και τον Στυλιανό Λένα και θα γιορτάσουν όλοι μαζί τα Χριστούγεννα του 1956 αλλά θα χωρίσουν οι δρόμοι των αγωνιστών αφού η καταδίωξη των άγγλων στρατιωτών έγινε ασφυκτική.
Ο Αυξεντίου καταφεύγει με την ομάδα του στον Μαχαιρά. Η προδοσία δεν ήταν μακριά. Μέσα στο κρησφύγετο τους , λίγα μέτρα μακριά από το Μοναστήρι του Μαχαιρά, βρήκε το ξημέρωμα της 1ης Μαρτίου κρυμμένους τους αγωνιστές. Όλο και περισσότεροι άγγλοι στρατιώτες μαζεύονται στην περιοχή προκειμένου να εντοπίσουν τον Αυξεντίου. Η διαίσθησή του δεν ήταν καλή, κατάλαβε πως τα περιθώρια στένευαν «…Στην εσχάτη ανάγκη θα αγωνιστώ και θα πεθάνω σαν Έλληνας. Αλλά ζωντανόν δεν θα με πιάσουν…» Οι κατακτητές ψάχνουν μανιωδώς όλη την περιοχή, μέχρι που στις 3 Μαρτίου 1957 το χέρι της προδοσίας κατέδωσε το κρησφύγετο των αγωνιστών και οι αγγλικές δυνάμεις κατακλύζουν όλη την περιοχή. Το απόσπασμα των 60 στρατιωτών περικύκλωσε την σπηλιά και κάλεσε των Αυξεντίου να παραδοθεί. Τότε ο Γρηγόρης πήρε την απόφασή του και διέταξε τους συναγωνιστές του να παραδοθούν. Παρά τις διαμαρτυρίες τους υπάκουσαν στην εντολή και παραδόθηκαν. Ο Σταυραετός του Μαχαιρά όμως ήταν αποφασισμένος και θα έκανε αυτό που τον πρόσταζε η ελληνική του ψυχή, θα πολεμούσε μέχρις εσχάτων. Στο νέο κάλεσμα του ανθυπολοχαγού Μίντλετον η απάντηση μέσα από το κρησφύγετο βγήκε δυνατή και καθαρή «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ, ελάτε να με πάρετε» και ένας νέος Λεωνίδας γράφτηκε με χρυσά γράμματα στις σελίδες της μακραίωνης ιστορίας μας.
Ξεσπά τότε η μάχη, η οποία κράτησε 10 ολόκληρες ώρες, χωρίς αποτέλεσμα για τους κατακτητές. Αφού χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα και όπλα όλων των ειδών και απέτυχαν , οι Βρετανοί μη μπορώντας να πλησιάσουν το κρησφύγετο διαφορετικά, κατέβρεξαν την περιοχή με βενζίνη και το κρησφύγετο τυλίχτηκε στις φλόγες. Ο Αυξεντίου ρίχνει την τελευταία του χειροβομβίδα και παραμένει στο κρησφύγετο για να περάσει στην αιωνιότητα.
Οι άγγλοι φοβούμενοι λαϊκό ξεσηκωμό έθαψαν το καμένο σώμα του Γρηγόρη Αυξεντίου στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας ,τα λεγόμενα σήμερα «Φυλακισμένα Μνήματα», δίπλα από άλλους αγωνιστές.
“Όλες οι καμπάνες της Γης σήμαναν μεμιάς. Όλα τα ανθρώπινα μέτωπα ψηλά. Όλες οι καρδιές μεσίστιες. Στο χωριό Λύση, ανάμεσα σε Λευκωσία κι Αμμόχωστο, η μάνα του έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτου απ’ το δυνατό σαγόνι της κ’ είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της : ” Είμαι πέρφανη. Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου “. Ο πατέρας του πάλι, σαν πήγε στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λευκωσίας, αναγνώρισε το καμμένο παιδί του απ΄ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του κι από κείνο το χρυσό κωνσταντινάτο που άχνιζε στον κόρφο του και στον κόρφο του κόσμου.”
Ο Αυξεντίου υπήρξε λαμπρός επαναστάτης και πιστός στο σκοπό του Αγώνα που διεξήγαγε, την Απελευθέρωση-Αυτοδιάθεση και Ένωση της Κύπρου με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και παραμένει αθάνατος στις μνήμες όλων μας.
Τον Νοέμβριο του 1952, αφού τελείωσε την θητεία του επέστρεψε στην Κύπρο, όπου εργάστηκε δίπλα στον πατέρα του σαν οδηγός, μεταφέροντας εργάτες από την Λύση στην Αμμόχωστο. Γαλουχημένος με τα ιδανικά της Ελλάδος και έχοντας πάνω απ’ όλα την αγάπη του για την πατρίδα στις 22 Ιανουαρίου 1955 συναντά για πρώτη φορά τον στρατηγό Γεώργιο Γρίβα Διγενή, που ήταν Αρχηγός της Ε.Ο.Κ.Α (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών) και μυήθηκε στην οργάνωση με το αξίωμα του υπαρχηγού και οργανώνει τον τομέα Αμμοχώστου.
1η Απριλίου του 1955 ξεκινά ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας κατά του αγγλικού ζυγού. Ο Αυξεντίου ηγείται των επιθέσεων κατά των άγγλων στον τομέα του. Πολύ γρήγορα έγιναν αντιληπτές οι ηγετικές του δυνατότητες και έγινε γνωστός. Οι άγγλοι κατακτητές τον επικηρύττουν από την πρώτη μέρα του αγώνα με το ποσό των 250 λιρών που στην συνέχεια έφτασε μέχρι τις 5000 λίρες, μυθικό ποσό για την εποχή. Μετά την επικήρυξη του θα μετατεθεί στον τομέα Κερύνειας και έτσι θα συνεχίσει τον αγώνα του από τα βουνά του Πενταδακτύλου. Εκεί ως έμπειρος αξιωματικός μαθαίνει τους συμπατριώτες του την χρήση των όπλων και τεχνικές ανταρτοπόλεμου. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Κερύνεια θα παντρευτεί κρυφά την αγαπημένη του Βασιλική και μετά τον γάμο θα διαφύγει σ τα βουνά της Πιτσιλιάς.
Στις 11 Δεκεμβρίου 1955 ο Αυξεντίου και οι συναγωνιστές του παγιδεύτηκαν από τους άγγλους στο Τρόοδος και έδωσαν την ιστορική μάχη των Σπηλιών. Επιδεικνύοντας τις εξαιρετικές στρατιωτικές του ικανότητες πυροβόλησε και προς τις δύο κατευθύνσεις με αποτέλεσμα δύο φάλαγγες άγγλων στρατιωτών να αλληλοπυροβοληθούν . Τον Μάρτιο του 1956 μεταμφιέζεται σε καλόγερο και για αρκετά μεγάλο διάστημα θα παραμείνει στο μοναστήρι του Μαχαιρά. Εκεί θα υποδεχτεί και θα κεράσει τους άγγλους στρατιώτες, μεταμφιεσμένος, αφού μπήκαν στο μοναστήρι ψάχνοντας για κάποιον Αυξεντίου με το ψευδώνυμο «Ζήδρος» . Κατά την διάρκεια του αγώνα ο Γρηγόρης έλαβε τα ψευδώνυμα «Ζήδρος», «Ρήγας», «Αίαντας», «Άρης», «Μάστρος» και «Ζώτος».
Θα παραμείνει στον τομέα Πιτσιλιάς μέχρι τα τέλη του 1956, όπου θα διαμένει στα σπίτια του Παπά Χριστόδουλου. Εκεί θα συναντηθεί με τον Κυριάκο Μάτση και τον Στυλιανό Λένα και θα γιορτάσουν όλοι μαζί τα Χριστούγεννα του 1956 αλλά θα χωρίσουν οι δρόμοι των αγωνιστών αφού η καταδίωξη των άγγλων στρατιωτών έγινε ασφυκτική.
Ο Αυξεντίου καταφεύγει με την ομάδα του στον Μαχαιρά. Η προδοσία δεν ήταν μακριά. Μέσα στο κρησφύγετο τους , λίγα μέτρα μακριά από το Μοναστήρι του Μαχαιρά, βρήκε το ξημέρωμα της 1ης Μαρτίου κρυμμένους τους αγωνιστές. Όλο και περισσότεροι άγγλοι στρατιώτες μαζεύονται στην περιοχή προκειμένου να εντοπίσουν τον Αυξεντίου. Η διαίσθησή του δεν ήταν καλή, κατάλαβε πως τα περιθώρια στένευαν «…Στην εσχάτη ανάγκη θα αγωνιστώ και θα πεθάνω σαν Έλληνας. Αλλά ζωντανόν δεν θα με πιάσουν…» Οι κατακτητές ψάχνουν μανιωδώς όλη την περιοχή, μέχρι που στις 3 Μαρτίου 1957 το χέρι της προδοσίας κατέδωσε το κρησφύγετο των αγωνιστών και οι αγγλικές δυνάμεις κατακλύζουν όλη την περιοχή. Το απόσπασμα των 60 στρατιωτών περικύκλωσε την σπηλιά και κάλεσε των Αυξεντίου να παραδοθεί. Τότε ο Γρηγόρης πήρε την απόφασή του και διέταξε τους συναγωνιστές του να παραδοθούν. Παρά τις διαμαρτυρίες τους υπάκουσαν στην εντολή και παραδόθηκαν. Ο Σταυραετός του Μαχαιρά όμως ήταν αποφασισμένος και θα έκανε αυτό που τον πρόσταζε η ελληνική του ψυχή, θα πολεμούσε μέχρις εσχάτων. Στο νέο κάλεσμα του ανθυπολοχαγού Μίντλετον η απάντηση μέσα από το κρησφύγετο βγήκε δυνατή και καθαρή «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ, ελάτε να με πάρετε» και ένας νέος Λεωνίδας γράφτηκε με χρυσά γράμματα στις σελίδες της μακραίωνης ιστορίας μας.
Ξεσπά τότε η μάχη, η οποία κράτησε 10 ολόκληρες ώρες, χωρίς αποτέλεσμα για τους κατακτητές. Αφού χρησιμοποίησαν όλα τα μέσα και όπλα όλων των ειδών και απέτυχαν , οι Βρετανοί μη μπορώντας να πλησιάσουν το κρησφύγετο διαφορετικά, κατέβρεξαν την περιοχή με βενζίνη και το κρησφύγετο τυλίχτηκε στις φλόγες. Ο Αυξεντίου ρίχνει την τελευταία του χειροβομβίδα και παραμένει στο κρησφύγετο για να περάσει στην αιωνιότητα.
Οι άγγλοι φοβούμενοι λαϊκό ξεσηκωμό έθαψαν το καμένο σώμα του Γρηγόρη Αυξεντίου στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας ,τα λεγόμενα σήμερα «Φυλακισμένα Μνήματα», δίπλα από άλλους αγωνιστές.
“Όλες οι καμπάνες της Γης σήμαναν μεμιάς. Όλα τα ανθρώπινα μέτωπα ψηλά. Όλες οι καρδιές μεσίστιες. Στο χωριό Λύση, ανάμεσα σε Λευκωσία κι Αμμόχωστο, η μάνα του έσφιξε το μαύρο της τσεμπέρι κάτου απ’ το δυνατό σαγόνι της κ’ είπε ακριβώς τα λόγια που περίμενε ο γιος της : ” Είμαι πέρφανη. Κάλλιο μια φούχτα τιμημένη στάχτη, παρά γονατισμένος ο λεβέντης μου “. Ο πατέρας του πάλι, σαν πήγε στο στρατιωτικό νοσοκομείο της Λευκωσίας, αναγνώρισε το καμμένο παιδί του απ΄ τις χοντρές ελληνικές κοκκάλες του κι από κείνο το χρυσό κωνσταντινάτο που άχνιζε στον κόρφο του και στον κόρφο του κόσμου.”
Ο Αυξεντίου υπήρξε λαμπρός επαναστάτης και πιστός στο σκοπό του Αγώνα που διεξήγαγε, την Απελευθέρωση-Αυτοδιάθεση και Ένωση της Κύπρου με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και παραμένει αθάνατος στις μνήμες όλων μας.
Πηγή: ksipnistere
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.