Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

Η δασεία και το δίγαμμα ζουν και βασιλεύουν


Οι αρχαίοι Έλληνες έγραφαν με κεφαλαία γράμματα, χωρίς κενά διαστήματα, χωρίς σημεία στίξης και χωρίς τόνους, γιατί όλα αυτά περιέχονταν μέσα στις ίδιες τις λέξεις που άλλαζαν το ύψος της φωνής. Αργότερα, με τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου ο ελληνικός κόσμος και ο πολιτισμός του επεκτάθηκαν ως τις Ινδίες. Η ελληνική γλώσσα γίνεται πλέον κοινό κτήμα ενός τεράστιου και πολυποίκιλου πληθυσμού και η αττική διάλεκτος δεν ήταν δυνατόν να παραμείνει αμετάβλητη.


Θα αποκτήσει λοιπόν μια νέα γλωσσική μορφή, την ονομαζόμενη ελληνιστική Κοινή ή απλώς Κοινή. Οι Αλεξανδρινοί γραμματικοί ήταν αυτοί που επινόησαν τους τόνους. Αιτία ήταν να μη χαθεί η προσωδιακή προφορά και να προφέρονται σωστά οι αρχαίες λέξεις. Έτσι, η οξεία, η βαρεία και η περισπωμένη, η δασεία και η ψιλή εφευρίσκονται και χρησιμοποιούνται ως οδηγοί ορθού τονισμού λέξεων για τους σπουδαστές κατ’ αρχάς των ρητορικών σχολών. Σύντομα όμως η χρήση των τόνων καθιερώθηκε στη γραφή, καθώς φάνηκε να βοηθάει και τους ξένους των ελληνιστικών πόλεων στην προφορά των ελληνικών λέξεων. Ο πρώτος γραμματικός που δημιουργεί και χρησιμοποιεί τονικά σύμβολα είναι ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (τέλη 3ου και αρχές 2ου αι. π.Χ.).
Θα περάσουν 2.000 χρόνια από τότε και ένα νομοσχέδιο (μαζί με έναν νόμο άσχετο) θα έρθει στη Βουλή των Ελλήνων μια νύχτα της 11ης Ιανουαρίου του 1982, για την κατάργηση των τόνων και των πνευμάτων, το λεγόμενο Mονοτονικό. Χωρίς βεβαίως να ερωτηθεί η Ακαδημία Αθηνών ούτε οι Φιλοσοφικές Σχολές των Πανεπιστημίων ούτε οι Εταιρείες Συγγραφέων και Λογοτεχνών, ούτε ένας γλωσσολόγος, ένας επιστήμονας… Ψηφίσθηκε λοιπόν από κάποιους εναπομείναντες νυσταγμένους βουλευτές εκείνη τη νύχτα ένας νόμος, σχεδιασμένος στο γόνατο, για να κερδίσουν μόνο, όπως ειπώθηκε, τα τυπογραφεία και τα στοιχειοθετικά τους μηχανήματα με τις μονοτονικές μήτρες γραφής που είχαν ήδη ξεκινήσει από το 1975.

«Ό,τι λοιπόν έπλασαν αιώνες, στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, το εγκρέμισαν 30 περίπου βουλευτές… Σκανδαλώδης, επιπόλαιη πράξη αντεθνικής βαρύτητας», επαναλαμβάνει στο Έθνος της 8.5.1990 ο ποιητής μας Νικηφόρος Βρεττάκος. 
Βοήθησε όμως, άραγε, στο ελάχιστο τη διδασκαλία και την εκμάθηση της ορθογραφίας της γλώσσας μας; Έμαθαν οι νέοι καλύτερα τη γλώσσα μας, ή αντιθέτως τα γραπτά τους βρίθουν λαθών και η λεξιπενία καλά κρατεί;
Προς πείσμα όλων ωστόσο, ό,τι διαγράφεται διά νόμου δεν εξαφανίζεται από τη γλώσσα, η οποία έχει τις δικές τις σθεναρές αντιστάσεις γιατί διέπεται από τους δικούς της νόμους.
Οι δασείες, φερ’ειπείν, που δήλωναν την εκβολή μικρού ποσού αέρα, μιας άχνας (τουλάχιστον στην αρχαιοελληνική ομιλία) μαζί με τον συνοδευτικό ήχο του γράμματος, υπάρχουν  μέσα στις λέξεις της δημοτικής και μπορούμε να τις ανακαλύψουμε πολύ εύκολα. Αν θέλουμε να ξέρουμε ποιες λέξεις δασύνονται μπορούμε να το βρούμε με τη σύνθεση μιας πρόθεσης. Διότι τα ψιλά σύμφωνα του τέλους των πρώτων συνθετικών (κ,π,τ,) τρέπονται αυτόματα σε δασέα (χ,φ,θ,) αντίστοιχα. Και αυτό φαίνεται σε φράσεις που οι δύο λέξεις δεν έχουν ενωθεί σε μία. Όπως, εφ’ λης της ύλης, εφ’ πλου κ.λπ.
 Σήμερα λοιπόν, παρά την επιβολή του μονοτονικού, εξακολουθεί να υπάρχει η δασεία χωρίς δυστυχώς οι περισσότεροι πια να το ξέρουν. Γι’ αυτό λέμε «υπ-στυνόμος» ή «υφ-πουργός», «Μας επέστησε την προσοχή», αλλά «Σας εφιστώ την προσοχή». Ο σκοπός δεν είναι μόνο η συνηχητική πνοή της δασείας που διασώζεται στη γλώσσα (αντι-λληνισμός – ανθελληνισμός, επί-ερεση – εφεύρεση) αλλά και το μελικό σχήμα των λέξεων, αφού η ελληνική γλώσσα έχει μουσικότητα, μελωδία και αρμονία.

Με τον ίδιο τρόπο εξηγείται επίσης και μια μεγάλη σειρά λέξεων όπως: καθ- ρίζω, υφ- στάμενος, μεθ-όρτια, εφ-πλιστής, πενθ-μερο, νυχθ-μερόν, καθ-μιλουμένη, έφ-ππος, κ.ο.κ.
Άλλωστε, η δασεία έχει διατηρηθεί σε όλες τις λέξεις με ελληνική προέλευση των ξένων γλωσσών. Οι Λατίνοι και  οι Δυτικοί την ελληνική δασεία την προφέρουν και τη γράφουν άλλοτε, κυρίως, ως  h (ρα, hora, hour, ρωας, hero), άλλοτε ως s (πτά, septem, seven), άλλοτε ως v (σπέρα, verper) και άλλοτε ως c (λη=θαλπωρή, caldor=θερμότητα).  Οι Ρώσοι μάλιστα την τονίζουν περισσότερο: ρως – γκερόι, ρμονία – γκαρμόνιγια. Έτσι μπορούμε να καταφύγουμε και εμείς εκεί για να βοηθηθούμε με τις δασείες μας. 
Επομένως, αφού μέσα από τα λατινικά έχουν περάσει χιλιάδες ελληνικές λέξεις σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες, όταν έχουμε Helen, history, horizon, hyper, hagiology, harmony, hema- ή haema για το αμα, Hades για τον δη, ξέρουμε ότι όλες αυτές οι ελληνικές λέξεις παίρνουν δασεία. Ευτυχώς, μας τις έχουν διαφυλάξει οι δυτικές γλώσσες στις λέξεις που προέρχονται από την ελληνική, ακόμη και στο δασυνόμενο . Η δασύτητα του τρέπεται συνήθως σε f (ίγος, frigus, fridge ) αλλά τονίζεται και με h (ητορική, rhetoric).
Το ίδιο συμβαίνει και με το αρχαιότατο ελληνικό δίγαμμα «F» το οποίο αφαιρέθηκε από το αττικό αλφάβητο το 403 π.Χ. επί άρχοντος Ευκλείδου, μετά το τέλος του Πελοποννησιακού πολέμου.  Διασώζεται όμως ακόμη στην ελληνική, π.χ. στη λέξη «έτος», η οποία είχε μπροστά της το δίγαμμα (Fέτος), το οποίο από ό,τι φαίνεται δεν κατάφερε να εξαφανισθεί , όπως μας αποκαλύπτεται η λέξη «εφέτος» (επί+Fέτος), που το φ δεν είναι αποτέλεσμα δασείας, αφού η λέξη παίρνει ψιλή, αλλά λόγω του διγάμματος. Και διά του λόγου το ασφαλές, κάποιες λέξεις που στην αρχαία είχαν δίγαμμα, και η προφορά τους ήταν μεταξύ βήτα και φι, όπως βασιλεFς, ναFς, θα δούμε ότι προφέρονται όχι όπως ο καντηλανάφτης, αλλά κάτι ενδιάμεσο μεταξύ του -αβ και του -αφ.
Το Ετυμολογικό της εγκυκλοπαίδειας Larousse μας πληροφορεί ότι κρατήθηκε το δίγαμμα στις λατινογενείς γλώσσες προφανώς από διάλεκτο που το διατηρούσε κατά τη στιγμή του δανεισμού. Αυτή η διάλεκτος πρέπει να είναι η αρκαδοκυπριακή. Εφόσον γνωρίζουμε καλά ότι οι Αρκάδες είχαν μετοικίσει με τον Εύανδρο από το Παλλάντιο της Αρκαδίας περί τα μέσα της δεύτερης χιλιετίας π.Χ., ενώ ο Αρκάς Οινωτρός, ο εγγονός του Πελασγού, είναι ο «μυθικός» οικιστής του Τάραντα, όπως μας λέει και ο Παυσανίας. Ακολούθησαν και δεύτερες και τρίτες μεταναστεύσεις και η αρκαδοκυπριακή είχε ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της το δίγαμμα, κυρίως ως αρκτικό. Εξ ου fεστία, vesta, fείδω, video, fοίνος, vino, wine κ.ο.κ.
Η γλώσσα είναι το γενεαλογικό δέντρο ενός λαού, το υλικό περίβλημα της νόησης. Στους χαλεπούς καιρούς μας κινδυνεύει σε ατονία και φοβόμαστε ότι η μονοτονία θα είναι το πνευματικό μας πεπρωμένο.
Καταλήγουμε με τον Νικηφόρο Βρεττάκο, που υπογράμμιζε: «Υπερτιμήθηκε η άποψη ότι διευκολύνει τους μαθητές (το μονοτονικό), κάτι που ίσως είναι αντιπαιδαγωγικό. Υπάρχει άλλωστε μια παράδοση που εκφράζει την άποψη μεγάλων παιδαγωγών, οι οποίοι επιμένουν ότι το παιδί πρέπει να κοπιάζει για να γίνει άνθρωπος ικανός, ώστε στη ζωή του του ν’ αντιμετωπίσει όλες τις αντιξοότητες.
Παραγκωνίσθηκαν οι λόγοι που επέβαλαν στους Αλεξανδρινούς χρόνους την καθιέρωση των τόνων, οι οποίοι ισχύουν και σήμερα. Ας ελπίσουμε ότι θα επανεξετασθεί μελλοντικά το θέμα και ότι θα επικρατήσουν σωφρονέστερες απόψεις».

Μαρ.Μαρ. texnografia 
Βιβλιογραφία: 
Η αρχαία ελληνική γλώσσα, Ι. Βούρτσης 
Είς οιωνός άριστος αμύνεσθαι περί γλώσσης, Αντωνίου Α. Αντωνάκου 
Μαθήματα αρχαίας ελληνικής γλώσσης, Άννα Τζιροπούλου Ευσταθίου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.