Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Αρίσταρχος ο Σάμιος (310 π.Χ.- 230 π.Χ.)


Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος (310 π.Χ.- περίπου 230 π.Χ.) ήταν Έλληνας αστρονόμος και μαθηματικός, που γεννήθηκε στη Σάμο. Είναι ο πρώτος καταγεγραμμένος άνθρωπος ο οποίος πρότεινε ηλιοκεντρικό μοντέλο του Ηλιακού Συστήματος, θέτοντας τον Ήλιο και όχι τη Γη, στο κέντρο του γνωστού Σύμπαντος . Οι ιδέες του περί Αστρονομίας δεν είχαν γίνει αρχικά αποδεκτές και θεωρήθηκαν κατώτερες από εκείνες του Αριστοτέλη και του Πτολεμαίου, έως ότου αναγεννήθηκαν επιτυχώς και αναπτύχθηκαν από τον Κοπέρνικο περίπου 2000 χρόνια μετά.



«Ως κινών την του κόσμου εστίαν και ταράσσων ούτω την των Ολυμπίων ηρεμίαν..»

Με τα λόγια αυτά ο Κλεάνθης κατηγόρησε τον Αρίσταρχο για διάπραξη ύβρης κατά των Ολυμπίων θεών και ο γεννημένος στη Σάμο αστρονόμος αναγκάστηκε να βρει καταφύγιο στην Αλεξάνδρεια ώστε να αποφύγει την θανατική ποινή.. Ο Αρίσταρχος γεννήθηκε στη Σάμο περίπου το 310 π.Χ και πέθανε στην Αλεξάνδρεια μεταξύ των ετών 250-230 π.Χ. Γνωρίζουμε πολύ περισσότερα για τα έργα του παρά για την ζωή του: παρακολουθούσε μαθήματα στη σχολή του Αριστοτέλη στην Αθήνα όπου είχε δάσκαλο τον φιλόσοφο Στράτων, ανέπτυξε θεωρίες στα μαθηματικά αλλά κυρίως στην αστρονομία όπου θεωρείται ο θεμελιωτής της ως επιστήμη.

Ήταν ένας από τους ενδοξότερους επιστήμονες της αλεξανδρινής περιόδου αφού οι έρευνές του είχαν βάση τη λογική σκέψη και όχι τις θρησκευτικές δοξασίες αντίθετα με τις μέχρι τότε μελέτες άλλων επιστημόνων, αυτός ήταν και ο λόγος που τον ανάγκασε να μεταναστεύσει για την Αλεξάνδρεια. Ο Αρίσταρχος πήγε κόντρα στους τότε καιρούς και διατύπωσε θεωρίες αδιανόητες για την εποχή του, ζητήθηκε η καταδίκη του ως άθεος και κανένας από τους σύγχρονους ή μεταγενέστερούς του επιστήμονες δεν στάθηκε σύμμαχός του στην αναζήτηση ενός πραγματικά αληθινού κοσμολογικού μοντέλου. Αντίθετα απομονώθηκε ιδεολογικά και δέχτηκε πυρά από το κατεστημένο της εποχής του, μονάχα ο Σέλευκος από τη Βαβυλώνα έναν αιώνα μετά προσπάθησε να επαναφέρει το πλανητικό μοντέλο που είχε προτείνει ο Αρίσταρχος αλλά και η δεύτερη αυτή προσπάθεια δεν επέφερε κανένα αποτέλεσμα.

Ο Αρίσταρχος ήρθε σε αντίθεση με την γεωκεντρική θεωρία (η Γη βρίσκεται στο κέντρο του σύμπαντος) που υποστηριζόταν ως τότε και τοποθέτησε την κοσμική θέση της Γης και των υπολοίπων πλανητών σε αέναες ανεξάρτητες κυκλικές κινήσεις γύρω από τον Ήλιο. Πιο συγκεκριμένα ισχυρίστηκε ότι ο Ήλιος και όλοι οι απλανείς αστέρες παραμένουν διαρκώς ακίνητοι ενώ η Γη, την οποία τοποθέτησε σωστά ως τον τρίτο πλανήτη από τον Ήλιο, κάνει τόσο μια ετήσια περιστροφή γύρω από αυτόν όσο και μια ημερήσια περιστροφή περί τον άξονά της.

Ακόμα, σύμφωνα με την «ηλιοκεντρική θεωρία», ο Αρίσταρχος απέδειξε ότι η διάμετρος του Ήλιου είναι μεταξύ 18 έως 20 φορές μεγαλύτερη της διαμέτρου της Γης και υπέθεσε ότι οι πλανήτες διαγράφουν τις τροχιές τους γύρω του, αλλά μέσα στη σφαίρα των απλανών αστέρων, η οποία είναι τόσο μεγάλη, ώστε ο λόγος της διαμέτρου της Γης προς τη διάμετρο του «Σύμπαντος» να είναι ίσος με το λόγο της διαμέτρου της τροχιάς της Γης προς τη διάμετρο της σφαίρας των απλανών αστέρων. Συγκρίνοντας, δηλαδή, τις αποστάσεις των απλανών αστέρων προς τη διάμετρο της τροχιάς της Γης, βρήκε ότι η τελευταία είναι τόσο μικρή, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί ως σημείο.

Σύμφωνα με τον Μαθηματικό Ε. Σπανδάγο στις προθέσεις του Αρίσταρχου ήταν να υπογραμμίσει ότι η σφαίρα των απλανών αστέρων είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερη από τη σφαίρα που περιέχει την τροχιά της Γης, γεγονός απαραίτητο για να συμφιλιωθεί η προφανής ακινησία των σταθερών αστέρων με την κίνηση της Γης.

Οι διαπιστώσεις αυτές έχουν τεράστια επιστημονική αξία και αφήνουν άφωνους τους σημερινούς αστρονόμους καθώς κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος για τον τρόπο με τον οποίο πραγματοποιήθηκαν. Στις παρατηρήσεις αυτές έφθασε η σύγχρονη αστρονομία κατόπιν σειράς ερευνών και μετρήσεων με τη βοήθεια εξαιρετικών οργάνων της νεότερης τεχνικής. Τον 3ο π.Χ αιώνα δεν γνωρίζουμε αν υπήρχε κάποιο όργανο για τη μελέτη του ουρανού καθώς ακόμα και ο αστρολάβος, που εικάζεται ότι έδειχνε τις κινήσεις Ήλιου, Σελήνης και ορισμένων πλανητών, κατασκευάστηκε τον πρώτο π.Χ αιώνα. Σύμφωνα με κάποιες ριζοσπαστικές απόψεις – εικασίες ο Αρίσταρχος βρήκε αυτές τις πληροφορίες από έναν αρχαιότερο τεχνολογικά ανεπτυγμένο πολιτισμό.

Δυστυχώς δεν σώζεται το βιβλίο «Περί του ηλιοκεντρικού συστήματος» στο οποίο ανέφερε την θεωρία του ο Αρίσταρχος και επομένως δεν είμαστε σε θέση να ξέρουμε πώς την τεκμηρίωσε. Γνωρίζουμε για αυτήν του την θεωρία μέσω του Αρχιμήδη, ο οποίος στο βιβλίο του Ψαμμίτες αποδίδει στο Αρίσταρχο, μεταξύ άλλων, την εξής πρόταση:

Αρίσταρχος ο Σάμιος υποτίθεται γαρ τα μεν απλανέα των άστρων και τον Αλιον μένειν ακίνητον, ταν δε Γαν περιφέρεσθαι περί τον Αλιον κατά κύκλου περιφέρειαν, ός εστιν εν μέσω τω δρόμω κείμενος”.
 (Yποθέτει ότι από τα άστρα, τα μεν απλανή και ο Ήλιος μένουν ακίνητα, η δε Γη περιφέρεται κατά περιφέρεια κύκλου γύρω από τον Ήλιο, ο οποίος βρίσκεται στο μέσον της τροχιάς)

Επίσης ο Πλούταρχος στο έργο του «Περί αρεσκόντων τοις φιλοσόφοις» γράφει χαρακτηριστικά: «Αρίσταρχος τον ήλιον ίστησι μετά των απλανών, την δε γην κινεί περί τον ηλιακόν κύκλον εξελίττεσθαι δε κατά λοξού κύκλου την γην, άμα δε και περί τον αυτής άξονα δινουμένην και κατά ταύτης εγκλίσεις σκιάζεσθαι τον δίσκον» και συμπληρώνει ότι ο Ήλιος συγκαταλέγεται «εν τοις απλανέσιν αστράσιν».

Ο Αρίσταρχος ήταν αναμφισβήτητα ο πρώτος επιστήμονας στην ιστορία του ανθρώπινου γένους που ισχυρίστηκε με σαφήνεια ότι η Γη ξεφεύγει από το κέντρο του κόσμου, ωστόσο, άλλοι αρχαίοι Έλληνες φυσικοί, φιλόσοφοι και αστρονόμοι ήταν εκείνοι που συνέλαβαν την ιδέα της περιφοράς της Γης γύρω από τον Ήλιο.

Ο Αναξίμανδρος τον έβδομο αιώνα π.Χ διατύπωσε την άποψη ότι «η Γη κινείται περί το μέσον του κόσμου».

Ο Πυθαγόρας (6ος αι. π.Χ.) ήταν ο πρώτος που υποστήριξε ότι οι πλανήτες και οι αστέρες έχουν σχήμα σφαίρας. Επιπλέον ο Αριστοτέλης στο έργο του «Περί ουρανού» αναφέρει: «Οι Πυθαγόρειοι ισχυρίζονται ότι το μέσον είναι διάπυρο, η δε Γη, ένα από τα άστρα, κινείται κυκλικά γύρω από το μέσον» ενώ ο Στοβαίος γράφει για τον Φιλόλαο (6ος αι. π.Χ) ότι θεωρεί ότι στο κέντρο του σύμπαντος υπάρχει φωτιά, η «εστία των όλων», την οποία ονόμαζε και «φάρο του Δία». Γύρω από την εστία αυτή περιστρέφονταν κατά σειρά ο Αντίχθων, η Γη που βρισκόταν πάντα σε θέση αντιδιαμετρική με τον Αντίχθωνα, μετά η Σελήνη και ο Ήλιος που ανακλά το φως της εστίας, και μετά όλα τα άλλα κοσμικά σώματα. Σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, ο Φιλόλαος ήταν ο πρώτος που υποστήριξε την κυκλική κίνηση της Γης (αν και αναφέρει και την πιθανότητα να ήταν ο Ικέτας ο Συρρακούσιος).
Σημαντικοί επίσης υποστηρικτές της ηλιοκεντρικής θεωρίας είναι οι Διογένης ο Απολλωνιάτης, Ηρακλειδής ο Πόντιος (4ος αι. π.Χ.) ο οποίος φοίτησε στην ακαδημία του Πλάτωνα, ο Πλάτων («Πλατωνικά ζητήματα» του Πλούταρχου) και ο Αρχέδημος (4ος -3ος αι. π.Χ.).

Και όμως, όλη αυτή η αρχαία γνώση που αφορούσε στον πλανήτη μας και γενικά στο σύμπαν ολόκληρο θάφτηκε και έμεινε καλά κρυμμένη για 2000 περίπου χρόνια. Ο Δ. Αιγινήτης (1862-1934) καθηγητής αστρονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, θεωρεί ότι εάν οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν στηριχτεί στην ηλιοκεντρική θεωρία του Αρίσταρχου ασφαλώς θα είχαν γρήγορα οδηγηθεί στην «πριν από δύο χιλιετηρίδων γέννησιν και ανάπτυξιν της ακριβούς Ουρανίου Μηχανικής».
Γιατί όμως δεν έγινε δεκτή η θεωρία του Αρίσταρχου του Σάμιου; Σίγουρα είναι πολύ δύσκολη με σημερινά επιχειρήματα μία προσπάθεια απάντησης καθώς έχει σημαντικά αλλάξει ο τρόπος σκέψης των τωρινών ανθρώπων. Μας φαίνεται απόλυτα λογικό ένα ηλιοκεντρικό σύστημα και αν κάποιος τώρα μιλούσε για κάτι διαφορετικό θα ακουγόταν αστείο στα αυτιά μας. Αν η λύση σε κάποιο πρόβλημα παρουσιαστεί σε μια περίοδο που δεν υπάρχει κρίση τότε οι νέες προτάσεις περνούν απαρατήρητες, έτσι και στην εποχή του Αρίσταρχου κανείς δεν είχε την παραμικρή αμφιβολία για τυχόν λάθη του γεωκεντρικού συστήματος.
Οι θρησκευτικές πεποιθήσεις της εποχής ήθελαν τη Γη και συγκεκριμένα τον άνθρωπο κέντρο του κόσμου, ήταν αδιανόητο να φανταστούν την εξομοίωση της Γης με τα πλανώμενα άστρα ή την κατάργηση της διάκρισης μεταξύ της γήινης φθαρτής ουσίας και της άφθαρτης ουσίας των άστρων.

Ακόμη, ήταν βαθιά ριζωμένη η επικρατούσα επιστημονική αντίληψη ότι δηλαδή η Γη είναι ακίνητη και είχε υποστηρικτές καταξιωμένους επιστήμονες όπως τον Αριστοτέλη που υποστήριζε τότε ότι συστατικό τον πλανητών είναι η πεμπτουσία (αιθέρας), τον Ίππαρχο, τον Πτολεμαίο κ.α. Οι επιστήμονες της εποχής είχαν ισχυρά επιχειρήματα κατά του ηλιοκεντρικού συστήματος: ο Αρίσταρχος είχε μιλήσει για τις τεράστιες ταχύτητες με τις οποίες κινείται η Γη (περιστρέφεται γύρω από τον Ήλιο με περισσότερα από 107 χιλιάδες χιλιόμετρα την ώρα) και αυτό ήταν κάτι που δημιούργησε έντονες αντιδράσεις.

Ο Αριστοτέλης έλεγε ότι αν η Γη κινείται πάνω σε έναν κύκλο τότε ένα σώμα που κάνει κατακόρυφη βολή προς τα πάνω δεν θα έπεφτε ποτέ στο ίδιο μέρος. Ενώ η άποψη του Πτολεμαίου ήταν ότι εάν όντως οι ταχύτητες ήταν τόσο μεγάλες όπως τις είχε περιγράψει ο Αρίσταρχος τότε θα έπρεπε να ήταν τα πάντα «καρφωμένα» στη Γη ώστε να μη φεύγουν στο διάστημα. Τέλος οι επιστήμονες νόμιζαν ότι η Σελήνη είναι ένας ξεχωριστός πλανήτης που κινείται γύρω από την Γη όπως οι υπόλοιποι και επομένως δεν θα μπορούσε να κάνει αυτήν την κίνηση με βάση ένα ηλιοκεντρικό σύστημα.

Ο εκτοπισμός της Γης από το κέντρο του κόσμου ήταν από μόνο του ένα ψυχολογικό εμπόδιο. Σε συνδυασμό με την καθημερινή εμπειρία των ανθρώπων που έβλεπαν τον Ήλιο να ανατέλλει, να διαγράφει ημικύκλιο πάνω από τη Γη και να δύει και παράλληλα με όσα αναφέρθηκαν για τις θρησκευτικές και επιστημονικές πεποιθήσεις δεν επιτράπηκε σε μια μοναδική ανακάλυψη να επικρατήσει. Μια μεγαλοφυής ανακάλυψη που έλυνε σχεδόν όλα τα μεγάλα προβλήματα της αρχαίας αστρονομίας παρέμεινε στο σκοτάδι σε μία κάθε άλλο παρά περίοδο σκοταδισμού..


Περίπου 1700 χρόνια αργότερα ένας λατινομαθής Πολωνός ιερωμένος ο Mikolaj Kopernik (1473-1543) αστρονόμος, γιατρός, μαθηματικός και νομικός που έμεινε γνωστός με το όνομα Nicolaus Copernicus σπούδασε την ελληνική γλώσσα με σκοπό να μελετήσει αρχαία ελληνικά κείμενα αστρονομίας. Ο Κοπέρνικος στηρίχτηκε στη «Μαθηματική Σύνταξη» («Η Μεγίστη») του Πτολεμαίου, σε πραγματείες του Φιλολάου και άλλων, άλλα ειδικότερα στις εργασίες του Αρίσταρχου με αποτέλεσμα τη συγγραφή του βιβλίου του με τίτλο «De revolutionibus orbium celestium» (Περί της τροχιακής περιστροφής των ουρανίων σωμάτων) όπου στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αυτού επαναλαμβάνει χωρίς τεκμηριώσεις τη θεωρία του Αρίσταρχου. Ο Κοπέρνικος ως κληρικός και έμπιστος εκπρόσωπος της εκκλησίας δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα στη δημιουργία του βιβλίου του και έτσι μπόρεσε να ανακαινίσει και να προωθήσει την ηλιοκεντρική θεωρία. Ο Κοπέρνικος όμως αφού αντέγραψε τη θεωρία του Αρίσταρχου (με μοναδική διαφορά ότι ο Ήλιος βρίσκεται ελάχιστα μετατοπισμένος από το κέντρο του κόσμου το οποίο είναι άυλο και βρίσκεται υπό την επίβλεψη του θεού) την παρουσίασε ως δική του.

Στον πρόλογο του βιβλίου του ισχυρίζεται ότι δεν βρήκε πουθενά την ηλιοκεντρική θεωρία που παραθέτει, τον ισχυρισμό του, όμως, αυτό ανατρέπουν τα χειρόγραφα του βιβλίου του, που έχουν σωθεί (φυλάσσονται στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Βαρσοβίας), και στα οποία αναφέρει τον Αρίσταρχο ως τον επινοητή της ηλιοκεντρικής θεωρίας, ομολογία που αφαίρεσε αργότερα όταν τυπώθηκε το βιβλίο του κατά το έτος του θανάτου του. Έγραφε, λοιπόν, ο Κοπέρνικος: «… Credibile est hisce similibusque causis Plilolaum modilitatem terrae sensisse, quod etiam nonnulli Aristarchum Samium ferunt in eadem fuisse sentential…» (… Είναι πιθανό απ’ αυτές τις παρόμοιες αιτίες να είχε αντιληφθεί ο Φιλόλαος την κίνηση της Γης, διότι μερικοί λένε ότι και ο Αρίσταρχος ο Σάμιος είχε την ίδια άποψη…). Προκαλεί πραγματικά έκπληξη το γεγονός ότι το ηλιοκεντρικό σύστημα δεν ονομάστηκε «Αριστάρχειο» αλλά πήρε το όνομα ενός μεταγενέστερου επιστήμονα που στην ουσία έκλεψε την ανακάλυψη.

Μετά τον θάνατο του Κοπέρνικου έγινε και η έκδοση του βιβλίου του αλλά η επίσημη εκκλησία αμέσως το απαγόρευσε και προσπάθησε να κατασχέσει όσα είχαν εκδοθεί με σκοπό την καταστροφή τους, έστω και η ανάγνωση τους ήταν αρκετή για να οδηγήσει κάποιον στον θάνατο (Ο Τζορντάνο Μπρούνο κάηκε στη πυρά επειδή πίστευε στο ηλιοκεντρικό σύστημα).

Την θεωρία του Αρίσταρχου σχεδόν ολοκλήρωσε ο Kepler (16ος- 17ος αι. μ.Χ), μυστικιστής και μαθηματικός, που πρότεινε τις ελλειπτικές τροχιές των πλανητών, υποστήριξε ότι ο Ήλιος («το κέντρο του ναού του Θεού») διασφαλίζει την κίνηση των πλανητών και διατύπωσε τους νόμους κίνησης των ουράνιων σωμάτων που τους ολοκλήρωσε ο Νεύτωνας με τον «νόμο της καθολικής βαρύτητας». Ο Γαλιλαίος απάντησε στα ερωτήματα του Αριστοτέλη και του Πτολεμαίου για την ταχύτητα κίνησης της Γης αποδεικνύοντας ότι η φυσική τάση των πραγμάτων είναι να κινούνται σε ομόκεντρους κύκλους γύρω από τη Γη.

Οι σημερινοί επιστήμονες εργάζονται συλλογικά χρησιμοποιώντας υπερσύγχρονα μηχανήματα για περαιτέρω συλλογή πληροφοριών σχετικά με το ηλιακό μας σύστημα και το απώτερο διάστημα και όπως οι ίδιοι ισχυρίζονται βρισκόμαστε ακόμα στα πρώτα βήματα ενός απείρως μεγάλου ταξιδιού αναζήτησης της αλήθειας..

[Βιβλιογραφία:]
1. Εργασίες Δ’ Πανελλήνιου Συνεδρίου (Με διεθνή συμμετοχή) «Αρίσταρχος o Σάμιος».
2. Ευάγγελος Σπανδάτος: «Το Ηλιοκεντρικό Σύστημα Των Αρχαίων Ελλήνων», περιοδικό ΙΣΤΟΡΙΚΑ- Ελευθεροτυπία 2 Ιανουαρίου 2003.
3. Δρ. Μανόλης Πλειώνης: άρθρο «Σημείωμα για την Ηλιοκεντρική Θεωρία του Αρίσταρχου του Σάμιου». ..


 πηγή:ermisaggelioforos.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.