Ο Κυνισμός μπορεί να θεωρηθεί μια τάση
επανόδου στην πρωτόγονη ζωή, αγγίζοντας τη φυσιοκρατία των Στωικών φιλοσόφων. Ο
άνθρωπος είναι από τη Φύση εφοδιασμένος με όλα όσα χρειάζεται και δεν έχει
ανάγκη από περιττά πράγματα. Μόνος του δημιουργεί για τον εαυτό του πλήθος
τεχνητές ανάγκες και επιθυμίες, που τελικά τον υποδουλώνουν.
Οι Κυνικοί, κάνοντας τον εαυτό τους ανεξάρτητο από τα
υλικά αγαθά, περιόριζαν στο ελάχιστο τις ανάγκες τους, ασκούμενοι να υπομένουν
κάθε στέρηση και κάθε πόνο και θεωρώντας τις απολαύσεις, ιδιαίτερα την ηδονή,
μέγιστα κακά. Η ικανοποίηση των φυσικών αναγκών οδηγεί στην ευτυχία και καμία
σωματική ανάγκη δεν μπορεί να θεωρηθεί ανήθικη, αφού η φύση τις δημιουργεί
όλες. Οι φυσικές ανάγκες μπορούν να δαμαστούν με την άσκηση, ώστε να περιορίζονται
στο ελάχιστο. Κύριες αρετές, κατά τη σχολή των Κυνικών, είναι η εγκράτεια, η
καρτερία και η απάθεια. Πρότυπό τους είναι ο Ηρακλής.
Ιδρυτής της σχολής αυτής που αποκαλείται «Κυνική
Σχολή» ήταν ο Αντισθένης (445 – 350πχχ), μαθητής του Σωκράτη. Μετά το θάνατο
του δασκάλου του, ίδρυσε στο Κυνόσαργες (εκτός των τειχών της Αθήνας, νότια του
Ναού του Ολυμπίου Διός, στην αριστερή όχθη του Ιλισσού ποταμού), Σχολή, όπου
γυμνάζονταν οι όχι γνήσιας καταγωγής πολίτες της Αθήνας, αφού και ο ίδιος δεν
ήταν γνήσιος Αθηναίος.
Αντισθένης ο
Αθηναίος( 445-360 πχχ), ο "ΑΠΛΟΚΥΩN"
Γεννήθηκε στην Αθήνα, από πατέρα Αθηναίο και μητέρα
καταγόμενη από τη Θράκη. Υπήρξε μαθητής του Γοργία και του Ιππία. Ήταν
σύγχρονος του Πλάτωνα, φίλος και πιστός μαθητής του Σωκράτη. Μετά το θάνατο του
δασκάλου του, ίδρυσε φιλοσοφική Σχολή στο Γυμνάσιο του Κυνόσαργους. Από την
τοποθεσία αυτή, οι οπαδοί του ονομάσθηκαν Κυνικοί και η κίνησή τους, Κυνισμός.
Ο Σωκράτης τον θαύμαζε για τον εγκρατή και σχεδόν
ασκητικό του βίο, την ηρεμία του και τη δύναμη του χαρακτήρα του. Στις
διαλεκτικές συζητήσεις, αντιτίθετο στην περί ιδεών θεωρία του Πλάτωνα και
αποδεχόταν ως αληθινό, μονάχα αυτό που αισθανόμαστε (αισθησιοκρατική
διδασκαλία). Οι γενικές έννοιες κατά τον Αντισθένη είναι ανύπαρκτες (ίππον μεν
ορώ, ιππόττητα δε ουκ ορώ), κάθε δε έννοια, εννοεί ένα μόνο πράγμα. Η μόνη δηλ.
σωστή κρίση είναι η ταυτολογία (Α εστίν Α). Γι’ αυτό το λόγο ο Αντισθένης
απέρριπτε και τον ορισμό που στηρίζεται πάνω στα ουσιώδη γνωρίσματα. Ο
Αντισθένης ερμήνευσε αυστηρότερα, τις ηθικές διδασκαλίες του Σωκράτη και ως
ιδεώδη επιδίωξη της ηθικής ζωής, έθεσε την απαλλαγή του ανθρώπου από κάθε
ανάγκη, θεωρώντας ευδαιμονία, την απλότητα και φυσικότητα του βίου. Κύριες
αρετές κατ’ αυτόν ήταν η εγκράτεια, η καρτερία και η απάθεια. Αντίθετα η ηδονή
ήταν το μέγιστο κακόν.
Γενικά η διδασκαλία του μπορεί να θεωρούσε άγονη τη
λογική και τη γνωσιολογία, πλην όμως διατήρησε την ορθολογιστική εκτίμηση του
Σωκράτη προς την γνώση, την οποία και όριζε ως "αληθή δόξαν"
και μάλιστα, ως αδιάσειστο ισχυρό τείχος στο λόγο. Τέλος, ο Αντισθένης (που το
όνομά δηλώνει ακριβώς την κυνική απάθεια), φέρεται να είχε μυηθεί στην ορφική
λατρεία, από την οποία προσέλαβε ασκητικές τάσεις.
Η πλούσια συγγραφική του δραστηριότητα, φωτίζεται από
μια δεκάτομη έκδοση με 70 περίπου τίτλους, για διαλεκτικές και γλωσσολογικές
μελέτες, που δείχνουν την πορεία του, από τους σοφιστές στο Σωκράτη και την
απόρριψη των ιδεών του Πλάτωνα.
Αποφθέγματα,
που αποδίδονται στον Αντισθένη:
- Αρχή Σοφίας, ονομάτων επίσκεψις.
- Προσέχειν τοις εχθροίς· πρώτοι γαρ των αμαρτημάτων αισθάνονται.(Να προσέχεις αυτά που λένε οι εχθροί σου. Είναι οι πρώτοι που θα επισημάνουν τα λάθη σου)
- Αν μεν καλήν, έξεις κοινήν, αν δε αισχράν, έξεις ποινήν.(Αν πάρεις όμορφη θα την μοιράζεσαι, αν πάρεις άσχημη θα τιμωρηθείς-(απάντηση στην ερώτηση "τι γυναίκα να παντρευτώ;")
- Όστις εταίρους δέδοικε, δούλος ων λέληθεν εαυτόν.(Όποιος φοβάται τους άλλους, γίνεται δούλος χωρίς να το καταλάβει.)
- Ώσπερ υπό του ιού, τον σίδηρον, ούτω τους φθονερούς, υπό του ιδίου ήθους κατεσθίεσθαι.( Όπως η σκουριά τρώει το σίδερο, έτσι και ο φθονερός κατατρώγεται από το πάθος του).
- Προς τον ειπόντα «Πολλοί σε επαινούσι». « Τι γαρ», έφη, «κακόν πεποίηκα;»
- Τότε τας πόλεις απόλλυσθαι, όταν μη δύνωνται τους φαύλους από των σπουδαίων, διακρίνειν.(Οι πόλεις χάνονται, όταν δεν μπορούν να ξεχωρίσουν πια τους κακούς από τους καλούς).
- Κρείττον εις κόρακας ή εις κόλακας εμπεσείν. Οι μεν γαρ νεκρούς, οι δε ζώντας εσθίουσιν.(Καλύτερα να πέσεις σε κοράκια παρά σε κόλακες. Διότι τα μεν τρώνε νεκρούς, οι δε, ζωντανούς).
- Ομονοούντων αδελφών συμβίωσιν, παντός τείχους, ισχυροτέραν είναι.
- Μανείην μάλλον ή ησθείην.( Καλύτερα να είσαι τρελός, παρά σκλάβος των απολαύσεων)
Μερικοί ακόμη σπουδαίοι κυνικοί
φιλόσοφοι και συνεχιστές της κυνικής φιλοσοφίας και των διδασκαλιών του Αντισθένη υπήρξαν ο εκ Σινώπης Διογένης, διάδοχος αυτού αναφέρεται ο εκ Θηβών Κράτης
οποίος δώρισε στη πατρίδα του όλη τη περιουσία του διάγοντας τη ζωή του με την
-επίσης φιλόσοφο- σύζυγό του Ιππαρχία και με μόνη περιουσία τη ράβδο του (βακτηρία)
και τον σάκο του (πήρα). Μαθητής δε αυτού ήταν ο εκ Μαρωνείας Μητροκλής ο οποίος και επινόησε νέο φιλολογικό είδος
τις «Χρείες» το περιεχόμενο του οποίου αποτελούν παράδοξα και αστεία
ανέκδοτα.
Πηγή:evprattein.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.