Ο διάσημος
Αμερικανός Καθηγητής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Μπέρκλευ Στέφεν Μίλλερ,
ανατρέπει με εκτενή επιστολή του τα όσα ισχυρίζεται ο δημοσιογράφος Μάτθιου
Μπρούνβασσερ σε άρθρο του με τίτλο «Letter From Macedonia: Owning Alexander», το οποίο
δημοσιεύτηκε στο Περιοδικό του Αμερικανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου
«Archaeology».
Συγκεκριμένα,
ο κ. Μίλλερ με επιστημονικά επιχειρήματα και αναφορές καταδεικνύει ως φαιδρούς
τους ισχυρισμούς του κ. Μπρούνβασσερ, σύμφωνα με τον οποίο οι κάτοικοι του
σύγχρονου κρατιδίου των Σκοπίων αντλούν την καταγωγή τους από τους αρχαίους
Μακεδόνες του Αλεξάνδρου και του Φιλίππου.
Tο περιεχόμενο της επιστολής είναι πολύ σημαντικό, καθώς ένας ξένος αναγνωρισμένου κύρους
καθηγητής αποκαλύπτει την διαστρέβλωση και παραχάραξη της ιστορίας την οποία
επιχειρεί συστηματικά το γειτονικό κράτος στην προσπάθειά του να αποκτήσει όχι
μόνο "ένδοξο" ιστορικό παρελθόν, αλλά και σύγχρονες διεκδικήσεις.
Το κείμενο
της επιστολής του κ. Μίλλερ σε μετάφραση:
22 Ιανουαρίου 2009
Πρός: τὴν Σύνταξη τοῦ περιοδικοῦ «Ἀρχαιολογία» (Archæology)
36-36 33rd Street
Long Island City, NY 11106
Νέα Ὑόρκη, Η.Π.Α.
36-36 33rd Street
Long Island City, NY 11106
Νέα Ὑόρκη, Η.Π.Α.
Κύριε
Διευθυντά,
ἀνοίγοντας
τὸ τεῦχος Ἰανουαρίου-Φεβρουαρίου τῆς «Ἀρχαιολογίας» (Archæology), ἀνέτρεξα μὲ ἐνδιαφέρον στὸ ἐκεῖ
δημοσιευόμενο «Γράμμα ἀπὸ τὴν Μακεδονία» (“A Letter from Macedonia”), τὸ ὁποῖο
σύντομα διεπίστωσα ὅτι εἶναι, γιὰ τὴν ἀκρίβεια, γράμμα ἀπὸ τὴν ἀρχαία Παιονία –
τὴν περιοχὴ βορείως τοῦ ὄρους Βαρνοῦς καὶ τοῦ ὄρους Ὄρβηλος. Ὁ Λίβιος,
περιγράφοντας τὴν σύσταση τῆς ρωμαϊκῆς ἐπαρχίας τῆς Μακεδονίας (45.29.7 καὶ
12), καθιστᾷ σαφὲς ὅτι οἱ Παίονες κατοικοῦσαν στὰ βόρεια τῶν συγκεκριμένων
βουνῶν (τὰ ὁποῖα σήμερα ἀποτελοῦν τὰ πρὸς βορρᾶν φυσικὰ ὅρια τῆς Ἑλλάδας) καὶ
στὰ νότια τῶν Δαρδάνων, οἱ ὁποῖοι τοποθετοῦνταν στὴν σημερινὴ περιοχὴ τοῦ
Κοσσυφοπεδίου. Ὁ δὲ Στράβων (7. ἀπόσπ. 4) εἶναι ἀκόμη πιὸ καίριος, λέγοντας ὅτι
ἡ Παιονία βρισκόταν βορείως τῆς Μακεδονίας, μὲ μοναδικὸ σημεῖο ἐπικοινωνίας τῶν
δύο περιοχῶν τότε (καὶ σήμερα) τὴν στενὴ κοιλάδα τοῦ Ἀξιοῦ (ἢ Βαρδάρη) ποταμοῦ.
Δηλαδή, ἡ χώρα στὴν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Μάτθῃου Μπροῦνβάσσερ (Matthew Brunwasser) στὸ ἄρθρο
του «Διεκδικῶντας τὸν Ἀλέξανδρο» (“Owning Alexander”) εἶναι ἡ ἀρχαία Παιονία.
Παρ᾿ ὅλο ποὺ
ὁ λαὸς τῶν Παιόνων καθυποτάχθηκε στὸν Φίλιππο Β᾿, πατέρα τοῦ Ἀλέξανδρου, τὸ 359
π.Χ. (Διόδωρος ὁ Σικελιώτης 16.4.2), οἱ Παίονες οὐδέποτε ὑπῆρξαν Μακεδόνες καὶ
οὐδέποτε ἔζησαν στὴν Μακεδονία. Μάλιστα, ὁ Δημοσθένης (Ὀλυνθιακοὶ 1.23) μᾶς
ἀναφέρει ὅτι ἦταν «δοῦλοι» τοῦ Μακεδόνα Φίλιππου, ὡς ἐκ τούτου λοιπὸν σαφῶς μὴ
Μακεδόνες. Ὁ Ἰσοκράτης (5.23) ἰσχυρίζεται τὸ ἴδιο. Παρομοίως καὶ
οἱ Αἰγύπτιοι, οἱ ὁποῖοι καθυποτάχθηκαν στὸν Ἀλέξανδρο, βρίσκονταν μὲν ὑπὸ
μακεδονικὴ διοίκηση, τὴν ὁποία ἄσκησε κἄποτε καὶ ἡ περίφημη Κλεοπάτρα, ὡστόσο
ποτέ δὲν ἦσαν οἱ ἴδιοι Μακεδόνες, ἡ δὲ Αἴγυπτος οὐδέποτε ὀνομάσθηκε Μακεδονία
(καί, ἐξ ὅσων γνωρίζω, οὔτε σήμερα ἐπιζητεῖ τὴν ὀνομασία αὐτήν).
Βεβαίως, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ Θουκυδίδης (2.99), οἱ
Μακεδόνες «τῆς δὲ Παιονίας παρὰ τὸν ᾿Αξιὸν ποταμὸν στενήν τινα καθήκουσαν
ἄνωθεν μέχρι Πέλλης καὶ θαλάσσης ἐκτήσαντο». Θὰ ἦταν, ἑπομένως, κατανοητὸ ὁ
λαὸς τῆς σημερινῆς δημοκρατίας μὲ πρωτεύουσα τὰ Σκόπια νὰ αὐταπεκαλεῖτο Παίονες
καὶ νὰ διεκδικοῦσε γιὰ δική του τὴν περιοχὴ ποὺ περιγράφει ὁ Θουκυδίδης.
Ποιός, ὅμως, εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ σημερινὸς λαὸς τῆς
ἀρχαίας Παιονίας ἐπιδιώκει νὰ αὐταποκαλεῖται Μακεδόνες καὶ νὰ ὀνομάζει τὴν χώρα
του Μακεδονία; Ὁ κ. Μπροῦνβάσσερ (σελ. 55) ἀναφέρει ἀκροθιγῶς τοὺς ἑλληνικοὺς
ἰσχυρισμοὺς ὅτι «ἐνέχει βλέψεις εἰς βάρος ἑλληνικοῦ ἐδάφους» καὶ γράφει ὅτι
«Μακεδονία ὀνομάζεται καὶ ἡ βορειότερη ἐπαρχία τῆς Ἑλλάδας». Ἔστω καὶ ἂν
παραβλέψουμε τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐν λόγῳ βόρεια ἐπαρχία τῆς σημερινῆς Ἑλλάδας
ὀνομάζεται Μακεδονία ἐπὶ περισσότερα ἀπὸ 2.500 χρόνια (βλ., μεταξὺ ἄλλων,
Ἡρόδοτος 5.17; 7.128, καὶ ἄλλοθι), ἡ πρόσφατη ἱστορία ἀποδεικνύει ὅτι οἱ
ἑλληνικὲς ἀνησυχίες εἶναι δικαιολογημένες. Γιὰ παράδειγμα, σὲ χάρτη ποὺ
ἐκδόθηκε στὰ Σκόπια τὸ 1992 (Σχ. 1) ἐκτίθεται σαφῶς ἡ διεκδίκηση ὅτι ἡ
Μακεδονία ἐκτείνεται ἀπὸ ἐκεῖ μέχρι τὸ ὄρος τοῦ Ὀλύμπου πρὸς νότον – μὲ τὴν
ἐνσωμάτωση τῶν ἀρχαίων περιοχῶν τῆς Παιονίας καὶ τῆς Μακεδονίας σὲ μία
ὀντότητα. Ἡ ἴδια διεκδίκηση καταδεικνύεται σὲ ψευδοχαρτονόμισμα τῆς Δημοκρατίας
τῆς Μακεδονίας [sic], μία ὄψη τοῦ ὁποίου δείχνει, ὡς ἕνα
ἀπὸ τὰ μνημεῖα της, τὸν Λευκὸ Πύργο τῆς Θεσσαλονίκης στὴν Ἑλλάδα (Σχ. 2). Πολλὰ
ἀκόμη παραδείγματα σὲ ἡμερολόγια, εὐχετήριες κάρτες, αὐτοκόλλητα γιὰ ὀχήματα,
κ.ο.κ., ἔχουν ὡς κοινὴ συνισταμένη τὴν ἴδια διεκδίκηση.
Ἐπὶ πλέον, ὁ κ. Μπροῦνβάσσερ ἔχει ἀναφερθεῖ μὲ θετικό
του δημοσίευμα (International Herald Tribune, φύλλο τῆς 10/1/08)
στὸ ἔργο τοῦ «Μακεδονικοῦ Ἰνστιτούτου Στρατηγικῆς Ἔρευνας 16:9», ἡ ὀνομασία τοῦ
ὁποίου παραπέμπει σὲ χωρίο τῆς Καινῆς Διαθήκης (Πράξεις, ΙϚ᾿:9), στὸ
ὁποῖο ἕνας Μακεδόνας ἐμφανίζεται στὸν ἀπόστολο Παῦλο, παρακαλῶντας τον: «διαβὰς
εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν». Ποῦ, ὅμως, διέβη ὁ Παῦλος στὴν Μακεδονία; Στὴν
Νεάπολη (Καβάλα), στοὺς Φιλίππους, στὴν Ἀμφίπολη, στὴν Ἀπολλωνία, στὴν
Θεσσαλονίκη καὶ τὴν Βέροια (Πράξεις ΙϚ᾿:11, ΙΖ᾿:10), πόλεις ποὺ βρίσκονται
ὅλες τους στὴν ἱστορικὴ Μακεδονία, καὶ καμμία στὴν Παιονία. Ποίαν διεκδίκησιν
θέτει, ἀλήθεια, ἕνας Ὀργανισμὸς ποὺ ἑδρεύει στὰ Σκόπια, ὁ ὁποῖος αὐταποκαλεῖται
μὲ βάση μιὰ περιοδεία στὴν ἐπικράτεια τῆς ἀρχαίας Μακεδονίας, ἡ ὁποία σήμερα
εἶναι ἡ βορειότερη ἐπαρχία τῆς Ἑλλάδας;
Διερωτῶμαι πῶς θὰ μᾶς φαινόταν ἐμᾶς, ἐὰν κἄποιο μεγάλο
νησὶ στὰ νοτιοανατολικὰ τῶν ἀκτῶν τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν ἄρχιζε νὰ
αὐταποκαλεῖται Φλώριδα, στολίζοντας τὰ νομίσματά του μὲ εἰκόνες ἀπὸ τὸ Πάρκο
τοῦ Ντίσνεϋ καὶ διανέμοντας χάρτες ποὺ νὰ παρουσιάζουν τὴν Μεγάλη Φλώριδα.
Ὁπωσδήποτε, οἱ σκέψεις τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν τῶν
Η.Π.Α. Ἔντουαρντ Στεττίνιους (Edward Stettinius) δὲν ἀφήνουν καμμία ἀμφιβολία, ὅταν
ἔγραφε, στὶς 26 Δεκεμβρίου τοῦ 1944:
«Τὸ Ὑπουργεῖον [τῶν Ἐξωτερικῶν] διαπιστώνει μὲ ἀρκετὴν ἀνησυχίαν τὴν αὔξησιν προπαγανδιστικῶν διαδόσεων καὶ ἡμιεπισήμων δηλώσεων ὑπὲρ μιᾶς αὐτονόμου Μακεδονίας, μὲ προέλευσιν κυρίως τὴν Βουλγαρίαν, ἀλλὰ καὶ γιουγκοσλαυϊκὰς ἀνταρτικὰς καὶ ἄλλας πηγάς, ἐν αἷς ἐξυπονοεῖται ἡ συμπερίληψις ἑλληνικῆς ἐπικρατείας εἰς τὸ σχεδιαζόμενον κράτος. Ἡ παροῦσα κυβέρνησις θεωρεῖ οἱασδήποτε ἀναφορὰς εἰς μακεδονικὸν «ἔθνος», μακεδονικὴν «πατρίδα», ἢ μακεδονικὴν «ἐθνικὴν συνείδησιν» ἀβάσιμον δημαγωγίαν ἐκτὸς πάσης ἐθνοτικῆς ἢ πολιτικῆς πραγματικότητος, διαβλέπει δὲ εἰς τὴν παροῦσαν ἀναζωπύρωσιν αὐτῆς δυνητικόν τινα μανδύαν δι᾿ ἐπιθετικὰς προαιρέσεις κατὰ τῆς Ἑλλάδος»
[Πηγή: Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν τῶν Η.Π.Α., Foreign
Relations τ. viii, Οὐάσιγγτων, D.C., Ἐγκύκλιος Airgram (868.014/26Δεκ1944)]
Ὁ κ. Μπροῦνβάσσερ (κάτοικος Βουλγαρίας), ἐντούτοις γράφει κατόπιν, μὲ ἔκδηλη ὑπεροψία, ὅτι ἡ Ἑλλάδα «διεκδικεῖ τὸν Ἀλέξανδρο Γ΄ τὸν Μακεδόνα (τὸν Μέγα Ἀλέξανδρο) ... ὡς Ἕλληνα».
Αὐτὴ ἡ θέση μοῦ προξενεῖ ἀπορία. Τί ἀκριβῶς
«διεκδικεῖται», δηλαδή; Ὁ ἀντιπρόπαππος τοῦ Ἀλεξάνδρου, ὁ Ἀλέξανδρος Α᾿, εἶχε
λάβει πιστοποίηση γιὰ τὴν ἑλληνική του ταυτότητα συμμετέχοντας στοὺς
Ὀλυμπιακοὺς Ἀγῶνες, κατὰ τὰ λεγόμενα δὲ τοῦ πατέρα τῆς Ἱστορίας «αὐτός τε οὕτω
τυγχάνω ἐπιστάμενος καὶ δὴ καὶ ἐν τοῖσι ὄπισθε λόγοισι ἀποδέξω ὡς εἰσὶ Ἕλληνες»
(Ἡρόδοτος 5.22). Ὁ πατέρας τοῦ Ἀλεξάνδρου, Φίλιππος, διακρίθηκε σὲ ἱππικοὺς ἀγῶνες στὴν Ὀλυμπία καὶ τοὺς Δελφούς (Πλουτάρχου, Βίος Ἀλεξάνδρου 4.9· Ἠθικὰ 105A), ποὺ ἦταν τὰ δύο ἑλληνικώτερα ἱερὰ ὅλων στὴν ἀρχαία Ἑλλάδα καὶ στὰ ὁποῖα δὲν ἐπιτρεπόταν ἡ συμμετοχὴ μὴ Ἑλλήνων. Ἀφοῦ ὁ Φίλιππος ἦταν Ἕλληνας, δὲν ἦταν Ἕλληνας καὶ ὁ γιός του;
Ὅταν ὁ Εὐριπίδης –ὁ ὁποῖος πέθανε καὶ ἐτάφη στὴν Μακεδονία (Θουκυδίδης παρὰ Παλ. Ἀνθ. 7.45· Παυσανίας 1.2.2· Διόδωρος ὁ Σικελιώτης 13.103)– ἔγραψε τὸ ἔργο του Ἀρχέλαος πρὸς τιμὴν τοῦ ὁμώνυμου προγόνου τοῦ Ἀλέξανδρου, μήπως τὸ ἔγραψε σὲ γλῶσσα σλαυϊκή; Ὅταν ἔγραψε τὶς Βάκχες στὴν αὐλὴ τοῦ Ἀρχελάου, στὰ ἑλληνικὰ δὲν τὶς ἔγραψε, καὶ μάλιστα ἀκριβῶς ὅπως τὶς ἔχουμε παραλάβει σήμερα; Ἢ μήπως πρέπει νὰ φαντασθοῦμε ὅτι ὁ Εὐριπίδης ἦταν «Μακεδόνας» ποὺ ἔγραφε σλαυϊστί (σὲ χρόνους ποὺ δὲν μαρτυροῦνται οἱ γλῶσσες αὐτές) καὶ μεταφραζόταν στὴν Ἑλληνική;
Ποιά ἦταν ἡ γλῶσσα τῆς διδασκαλίας ὅταν ἐδίδασκε τὸν Ἀλέξανδρο ὁ Ἀριστοτέλης; Ποιά γλῶσσα ἔφερε ὁ Ἀλέξανδρος στὴν ἐκστρατεία του στὴν Ἀνατολή; Γιατί διαθέτουμε ἀρχαῖες ἐπιγραφὲς ἀπὸ τοὺς οἰκισμοὺς ποὺ ἵδρυσε ὁ Ἀλέξανδρος μέχρι καὶ τὸ Ἀφγανιστάν, στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα, καμμία ὅμως σλαυϊκή; Γιατί ἔγιναν τὰ ἑλληνικὰ γλῶσσα κοινὴ στὴν αὐτοκρατορία τοῦ Ἀλέξανδρου, ἅμα ὁ ἴδιος ἦταν «Μακεδόνας»; Γιατί γράφτηκε στὰ ἑλληνικὰ ἡ Καινὴ Διαθήκη καὶ ὄχι στὰ σλαυϊκά;
Στὴν σελίδα 57 τοῦ λεγόμενου «Γράμματος ἀπὸ τὴν Μακεδονία», ὑπάρχει φωτογραφία τοῦ συντάκτη μπροστὰ σὲ «χάλκινο ἀνδριάντα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου στὴν πόλη τοῦ Περλεπέ». Τὸ ἄγαλμα εἶναι καταφανέστατα νεοπαγές, ὡστόσο τὸ ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσον θὰ μποροῦσε νὰ διαβάσει ὁ πραγματικός, ἱστορικὸς Ἀλέξανδρος τὴν σλαυϊκὴ ἐπιγραφὴ κάτω ἀπ᾿ τὰ πόδια του. Δεδομένης τῆς γνωστῆς ἱστορικῆς ὀψιμότητος τῆς Σλαυϊκῆς ἔναντι τῆς Ἑλληνικῆς, εἶναι προφανὴς ἡ ἀπάντηση.
Μολονότι οἱ ἀνταποκρίσεις τοῦ κ. Μπροῦνβάσσερ γιὰ τὸ ἐπιτελούμενο στὴν Παιονία ἀρχαιολογικὸ ἔργο εἶναι ἐπιθυμητές, ἡ υἱοθέτηση καὶ προώθηση ἐκ μέρους του τῶν μοντέρνων πολιτικῶν θέσεων τοῦ λαοῦ της ὅσον ἀφορᾷ τὴν χρήση τοῦ ὀνόματος Μακεδονία δὲν εἶναι ἁπλῶς ἀνεπιθύμητες, ἀλλὰ καθίστανται ἐπιζήμιες στοὺς ἀναγνῶστες τῆς «Ἀρχαιολογίας», οἱ ὁποῖοι ὑποθέτω ὅτι ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν ἱστορικὴ πραγματικότητα. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπόφαση νὰ διαδοθοῦν αὐτὲς οἱ ἱστορικὲς ἀνοησίες μέσῳ τῆς «Ἀρχαιολογίας» (Archæology) –ἐκδόσεως τοῦ Ἀρχαιολογικοῦ Ἰνστιτούτου τῶν Η.Π.Α.– συνιστοῦν προσβολὴ τῆς ἴδιας του τῆς ὑπόληψης.
Ἐπαναλαμβάνω, λοιπόν: ἡ περιοχὴ τῆς ἀρχαίας Παιονίας ἀποτελοῦσε τμῆμα τῆς μακεδονικῆς αὐτοκρατορίας. Τμήματά της ἦσαν καὶ ἡ Ἔφεσος, καὶ ἡ Τύρος, καὶ ἡ Παλαιστίνη, καὶ ἡ Μέμφις, καὶ ἡ Βαβυλών, καὶ τὰ Τάξιλα, καὶ πολλὲς ἀκόμη τοποθεσίες. Αὐτὲς ἔγιναν κἄποτε πρόσκαιρα «μακεδονικές», ὅμως καμμιά τους δὲν ἦταν ποτὲ «Μακεδονία».
Ἐπιτρέψτε μου νὰ ὁλοκληρώσω τὴν παροῦσα ἀνάλυσή μου μὲ μιὰ πρόταση γιὰ τὴν ἐπίλυση τοῦ ζητήματος τῆς σημερινῆς χρήσεως τοῦ ὀνόματος «Μακεδονία»: Ἡ Ἑλλάδα νὰ προσαρτήσει τὴν Παιονία – ὅπως ἔπραξε καὶ ὁ Φίλιππος τὸ 359 π.Χ. Καὶ αὐτὸ θἄπρεπε νὰ τὸ ἀποδεχθεῖ ὁ σημερινὸς λαὸς τῆς περιοχῆς ἐκείνης, ἀφοῦ ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι Ἕλληνες ἰδιοποιούμενοι τὸ ὄνομα Μακεδονία καὶ τὸ πλέον διάσημο τέκνον της. Ὕστερα, ὁ σημερινὸς λαὸς τῆς νέας αὐτῆς ἑλληνικῆς ἐπαρχίας νὰ ἐπιδιώξει νὰ μάθει νὰ μιλάει καὶ νὰ γράφει στὰ ἑλληνικά – ἂς ἐλπίσουμε, στὸ ἐπίπεδο ποὺ τὰ γνώριζε ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος.
Μετὰ τιμῆς,
Στέφανος Γ. Μίλλερ
(Stephen G. Miller)
Ὁμότιμος καθηγητὴς Πανεπιστημίου τῆς Καλιφόρνιας,
Μπέρκλεϋ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε τα σχόλια σας στα Ελληνικά και οχι σε greeklish.